Η ατελείωτη Μεγάλη Παρασκευή του ελληνικού ποδοσφαίρου
SHARE:
Είχαν ακουστά για τις δωροδοκίες και τα περιφερόμενα αργύρια, που ήταν τελικά πολύ περισσότερα από τριάντα. Είχαν από καιρό υποταχθεί στην αρχή του ενός, γνώριζαν ποιος είναι ο ρυθμιστής κι από πού απέρρεε κάθε είδους βουλή και εξουσία.
Είχαν επίγνωση πως όποιος δεν υποτασσόταν, όποιος δεν δεχόταν να γίνει πιόνι στη σκακιέρα του ισχυρού, δεν είχε τύχη και μέλλον. Ή δουλοπάροικος ή αφανισμένος, τρίτη επιλογή δεν υπήρχε. Πολύ περισσότερο, άμοιρος όποιος απαιτούσε πραγματική δικαιοσύνη, αυτός που δημόσια αμφισβητούσε πολιτικές και πεπραγμένα. Κατευθείαν στην αυτοκρατορική μαύρη λίστα.
Προσωπικά τους γνώριζαν οι παροικούντες τους αυλοκόλακες που ξημεροβραδιάζονταν στην αυλή, να γλείψουν κι αυτοί κανένα κοκαλάκι. Να ελεηθούν από τον άρχοντα, να κάνουν το παιχνίδι τους, ν' αφήσουν τα γλοιώδη ίχνη τους στο πέρασμά τους. Μα και τον όχλο τον είχανε ψυχολογήσει. Περίμενε κι αυτός το μερτικό του, για ν' αποθεώσει και να εξυμνήσει. Κι αν το χαρτζιλίκι ήταν καλό, καταβρόχθιζε τους αντιπάλους καθ' υπόδειξη και κατ' εντολή.
Είχαν καταλάβει και τους σκοπούς του κάθε επίδοξου ψευδοσωτήρα, που φιλοδοξούσε απλώς να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Που διαλαλούσε ως πραμάτεια τη δικαιοσύνη και την ισονομία, λέξεις φτηνές κι ανούσιες γι αυτόν, προκειμένου ν' αναλάβει ο ίδιος τα ηνία και να πράξει τα ίδια και χειρότερα. Που ευαγγελιζόταν διαφάνεια κι αξιοπρέπεια, την ώρα που στην πραγματικότητα φαντασιωνόταν εκδίκηση, παλάτια, δόξες και φλουριά.
Μα και τους τελάληδες, που διαβάζανε μόνο τις ειδήσεις που τους υπεδείκνυε το Ιερατείο, κι αυτούς τους είχαν καταλάβει. Ψεύτικα τα νέα τους κι επιφανειακά, λέξη δεν εκστόμιζαν ποτέ για τα πραγματικά τα γεγονότα. Στο απυρόβλητο οι άρχοντες και οι αρχές.
Οι παροικούντες την ποδοσφαιρική Ιερουσαλήμ δεν ένιωθαν έκπληξη καμία, όποτε κάποιος κήρυκας ή προφήτης απογύμνωνε από τον άμβωνά του την ωμή αλήθεια. Όταν προέβαινε σε αποκαλύψεις και προσπαθούσε να σπάσει το απόστημα. Γιατί την ήξεραν οι παροικούντες την αλήθεια, καλύτερα απ' τον καθένα. Κι ήξεραν επίσης και το μέλλον του καημένου του προφήτη: είτε στον σταυρό είτε στο τρελάδικο απαξιωμένος.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο ζει διαρκώς τη δική του ατελείωτη Μεγάλη Παρασκευή. Περιφέρει τον θλιβερό του επιτάφιο από γήπεδο σε γήπεδο, σηκώνοντας το δικό του αβάσταχτο σταυρό. Υπομένει τα αγκάθινα στεφάνια του και λοιδορείται ακατάπαυστα. Κακοποιείται απ' τα φερέφωνα κι από τον όχλο. Προκαλεί μόνο τον οίκτο και την αποστροφή, σ' όλους εμάς που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να συγκινεί και να συναρπάζει. Και προσδοκά ανάσταση νεκρών. Κι εμείς, μαζί του.