Αντίδραση Κοντονή στα καινοφανή επιχειρήματα της UEFA
SHARE:
Ο Ινφαντίνο υποστηρίζει ότι στον νόμο δεν προβλέπεται ρητά η στελέχωση του συγκεκριμένου δικαστηρίου με τακτικούς δικαστές αλλά μόνο των πρωτοβαθμίων και δευτεροβάθμιων οργάνων.
Όμως τόσο η έγκριση του νέου καταστατικού της ΕΠΟ από το Ειρηνοδικείο όσο και ο νέος πειθαρχικός κώδικας της ΕΠΟ, δίνουν τη δυνατότητα προσφυγής στο Διαιτητικό Δικαστήριο σε αποφάσεις της Επιτροπής Εφέσεων, έγιναν μετά την ψήφιση του νόμου.
Επίσης είναι παράλογο οι αποφάσεις σε πρώτο και δεύτερο βαθμό να βγαίνουν από τακτικούς δικαστές και σε τρίτο και τελευταίο να κρίνονται από συνταξιούχους δικαστικούς και δικηγόρους που επιλέγει και διορίζει το κλειστό σύστημα στη ΕΠΟ.
Επίσης ο Ινφαντίνο προφανώς επιχειρεί να παραπλανήσει προσπαθώντας να εξομοιώσει το Διαιτητικό Δικαστήριο της ΕΠΟ με το CAS και αυτό γιατί το CAS είναι πραγματικά ανεξάρτητο δικαστήριο, τους δικαστές του οποίου δεν τους διορίζει ούτε η UEFA ούτε η FIFA, ούτε εδρεύει στα γραφεία τους.
Αντιθέτως το Διαιτητικό εδρεύει στην ΕΠΟ, τα μέλη του διορίζονται από την ΕΠΟ και αμείβονται από την ΕΠΟ. Συνεπώς το ένα όργανο είναι εντελώς ανεξάρτητο ενώ το άλλο είναι «εξαρτημένο» από την ΕΠΟ.
Η αντίδραση Κοντονή
Η πρώτη αντίδραση του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού, Σ. Κοντονή, στην διαρροή από την πλευρά της ΕΠΟ της αλληλογραφίας με τον Γενικό Γραμματέα της UEFA ήταν η εξής:
«Ο νόμος δεν ξεχωρίζει τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα, η ΕΠΟ βάσει του νόμου δεν έχει δικαίωμα να ορίζει στα όργανα αυτά μη τακτικούς δικαστές».
Η θέση του Ινφαντίνο
«Σε σχέση με τα σχόλια σας για την σύνθεση του Διαιτητικού Δικαστηρίου, θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή σας στο άρθρο 61 του Καταστατικού της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ), σύμφωνα με το οποίο «Τα δικαστικά όργανα της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας είναι : α. η Πειθαρχική Επιτροπή, β. η Επιτροπή Δεοντολογίας, γ. η Επιτροπή Εφέσεων.»
Ενώ το Διαιτητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 66 του Καταστατικού της ΕΠΟ «επιλύει σε τελευταίο βαθμό (αφού όλες οι άλλες εσωτερικές διαδικασίες και τα ένδικα μέσα έχουν εξαντληθεί), όλες τις εσωτερικές εθνικές διαφορές μεταξύ της Ελληνικής Ομοσπονδίας των Μελών, Ομάδων,Ποδοσφαιριστών, Αξιωματούχων και διαμεσολαβητών αγώνων και ποδοσφαιριστών της με τον αποκλεισμό κάθε τακτικού - εθνικού δικαστηρίου , εκτός αν απαγορεύεται από τον ελληνικό νόμο». (η υπογράμμιση δική μας).
Το ανωτέρω άρθρο δεικνύει ότι ένα τέτοιο όργανο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος των δικαστικών οργάνων της ΕΠΟ και γι΄ αυτό δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 του νομοσχεδίου που ψηφίστηκε πρόσφατα («Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της βίας στον αθλητισμό και άλλες διατάξεις), το οποίο ορίζει ότι «Μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την δημοσίευση του παρόντος και κατόπιν απόφασης του αρμόδιου οργάνου της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας , η οποία πρέπει να ληφθεί εντός της ίδιας προθεσμίας , ανασυγκροτούνται τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου, αποτελούμενα εφεξής από τακτικούς δικαστές με βαθμό Πρωτοδίκη στα πρωτοβάθμια όργανα και Προέδρου Πρωτοδικών στα δευτεροβάθμια όργανα, με τριετή θητεία η οποία δεν ανανεώνεται».
Είναι αναγνωρισμένο χαρακτηριστικό της επίλυσης διαφορών στον αθλητισμό, η δυνατότητα εφέσεων (κατά αποφάσεων) αθλητικών δικαστικών οργάνων ενώπιον διαιτητικών οργάνων, για παράδειγμα, αυτό είναι το σύστημα εντός της UEFA, όπου υπάρχουν εφέσεις [κατά αποφάσεων] της Επιτροπής Εφέσεων της UEFA στο Διαιτητικό Αθλητικό Δικαστήριο (CAS), στη Λωζάννη.
Ωστόσο, είναι σημαντικό σε κάθε διαιτητική διαδικασία ότι τα μέρη της διαφοράς μπορούν να ορίζουν διαιτητές της επιλογής τους και να μην περιορίζονται σε κρατικούς δικαστές.
Αυτός είναι ο λόγος που το Διαιτητικό Δικαστήριο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό των δικαστικών οργάνων στο Καταστατικό της ΕΠΟ και ως εκ τούτου κανόνες που ισχύουν για τα δικαστικά όργανα δεν εφαρμόζονται σε αυτό».