ΠΑΟΚ (δεν) είσαι!
SHARE:
Για πρώτη φορά ο Ιβάν Σαββίδης έχει πίσω του όλο τον αληθινό κόσμο του ΠΑΟΚ, ώστε να τους τελειώσει ΤΩΡΑ και να απογειώσει τον σύλλογο.
Για χρόνια, δεκαετίες ολόκληρες ο ποδοσφαιρικός ΠΑΟΚ είχε πάντα την ίδια ανίατη ασθένεια. Η ομάδα που εμφανιζόταν στο χορτάρι (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) ήταν μόνιμα μικρότερη ως μέγεθος από τον κόσμο της. Αυτό το κόμπλεξ κατωτερότητας εμποτίστηκε με τα χρόνια σε κάθε κύτταρο του συλλόγου, κληρονομήθηκε από γενιά σε γενιά, έγινε μέρος του DNA της. Η ζυγαριά πάντα έγερνε μονόπαντα. Ο «υπέροχος» λαός του ΠΑΟΚ και η ομάδα που δεν του το ανταποδίδει με χαρές, νίκες, τίτλους.
Δεν ήταν αδικία, ούτε υπερβολή. Η... παλαβομάρα που δέρνει όποιον επιλέγει να υποστηρίζει τον ΠΑΟΚ είναι ιατρικώς ανεξήγητη. Μεταφυσική. Παράλογη. Δεν εξηγείται, ούτε ερμηνεύεται. Μεταλαμπαδεύεται, εξαπλώνεται, διαδίδεται χωρίς πολλά λόγια. Για την ακρίβεια χρειάζονται μόνο δύο λέξεις για να καταλάβεις την ψυχοσύνθεση ενός ολόκληρου λαού: ΠΑΟΚ είσαι! Αυτό αρκεί. Η υπερβατικότητα σε όλο της το μεγαλείο. Η αίσθηση ότι με την δύναμη της πίστης σε αυτά τα τέσσερα γράμματα μπορείς να τα βάλεις με θηρία ανήμερα, να κάνεις το αδύνατο να μοιάζει όχι απλώς δυνατό, αλλά φυσιολογικό!
Με τα χρόνια, το «παοκίζειν» έγινε κουλτούρα. Κάποια στιγμή έγινε και μόδα με ότι επιπλέον πρεσβεύει το... παοκτσηδιλίκι. Ο χρόνος -όπως συμβαίνει σε όλες τις ιστορίες ανδραγαθημάτων που διαδίδονται από στόμα σε στόμα- παραμόρφωσε την αλήθεια. Της προσέδωσε υπερβολές. Της αλλοίωσε το αληθινό νόημα. Κάποιοι από την νέα γενιά, ακούγοντας ιστορίες για μαζικές εκδρομές, φοβερές μάχες σώμα με σώμα, ξύλο παντού, τα έμαθαν λίγο λάθος τα γράμματα.
Με τα χρόνια το οπαδικό κίνημα του ΠΑΟΚ γέμισε άγχος, νιώθοντας την ανάγκη να διαδεχθεί επάξια τους... γενναίους του παρελθόντος. Άρχισε να νιώθει «μικρό» σε σύγκριση με το «ένδοξο» παρελθόν των προγόνων. Μπήκε άτυπα / αναίτια σε μία διαδικασία σύγκρισης με το παρελθόν και ένιωσε την ανάγκη να αποδείξει ότι «είμαστε κι εμείς, όπως οι παλιοί». Μόνο, που το έκανε τον λάθος τρόπο.
Ο λαός του ΠΑΟΚ άρχισε να αγαπάει τον... λαό του ΠΑΟΚ, περισσότερο κι από την ομάδα του. Άρχισε να κομπορρημονεί μέσα από τα «νέα» συνθήματα και να εκθειάζει τα σχετιζόμενα με την παρανομία «κατορθώματα». Άρχισε να τραγουδάει για την πάρτη του κι όχι για να σπρώξει την ομάδα του, όπως παλιά. Δεν είναι τυχαίο που σταδιακά η «Τούμπα» σταμάτησε να τραγουδάει όπως παλιά, όλη μαζί με μία φωνή. Μόνο ένα συγκεκριμένο κομμάτι ήξερε ή ήθελε να φωνάζει πια. Κι αυτό, γιατί το κεντρικό νόημα είχε πια αλλάξει. Όταν το μήνυμα είναι αγνό, ανόθευτο, καθαρό, ο λαός του ΠΑΟΚ, νέοι, γέροι, παιδιά, γυναίκες, παπάδες, στρατιωτικοί, γραβατάκηδες, κυριλέδες, μπορεί να μετατρέπει σε καμίνι ακόμα και το... Βελίδειο.
Υπάρχει κόσμος δεν θέλει να συνδέσει τον ΠΑΟΚ με εκδρομές και... ναρκωτικά, όπως λέει το σύνθημα. Υπάρχει κόσμος δεν «σκότωσε για ένα εισιτήριο», ούτε για τον ΠΑΟΚ «έχει κάνει κρατητήριο». Υπάρχει κόσμος που δεν «φτιάχνεται» από το σύνθημα «θα ξαναφέρουμε στα γήπεδα την βία», ούτε από το «σ' όποιο γήπεδο κι αν πάμε τα σπάμε», ούτε ενδιαφέρεται στο να βρίζει την αστυνομία μέσω του ΠΑΟΚ. Υπάρχει κόσμος που -αντί να καμαρώνει για την κάθοδο των μυρίων στον τελικό του «ΟΑΚΑ» απέναντι στον Παναθηναϊκό- προσπαθούσε να καταλάβει γιατί αυτό το σκηνικό του το χαλούσε το γιγάντιο πανί για την «μεγαλύτερη μετακίνηση ναρκωτικών στην Ελλάδα». Αυτός ο κόσμος που δεν ξέρει (ή δεν θέλει) να φωνάζει τα συνθήματα δεν σημαίνει ότι αγαπά. Το ίδιο νιώθει, όμως δεν καταλαβαίνει πια!
Η μόδα του ΠΑΟΚ, της «4», του παλαιστινιακού κασκόλ και του... αφεντικού της πόλης, που δεν δίνει λογαριασμό πουθενά και το άβατο της «Τούμπας» τράβηξε σαν μαγνήτης σε κάθε καρυδιάς καρύδι, που με password το «παοκολέ» μπήκε σε ένα χώρο που του εξασφάλιζε ασυλία. Στους αγνούς άρρωστους οπαδούς του ΠΑΟΚ προσκόλλησαν δίπλα, αυτός που μπαίνει... κούτρα στο γήπεδο, ο θολωμένος ρετσινάκιας, ο... μπερδεμένος από διάφορα στο κεφάλι, αυτός που πιστεύει ότι είναι μαγκιά να αδειάσεις τις τσέπες σου (και όχι μόνο) στο γήπεδο, αυτός που πιστεύει ότι οι διαφορές λύνονται μόνο με «ντου», αυτός που ονειρεύεται να κάνει μία νέα Παρί Σεν Ζερμέν, «για να μην μας λένε φλώρους οι παλιοί». Η απουσία σημαντικών ηγετικών προσωπικοτήτων στο συνδεσμιακό κίνημα (οι πιο παλιοί θα ξέρουν) δημιούργησε μία κατακερματισμένη εικόνα, ένα μωσαϊκό όπου ο καθένας έκανε το δικό του, χωρίς να δίνει λογαριασμό πουθενά.
Πέρασα κι εγώ από την ηλικία που το αίμα έβραζε, το μάτι θόλωνε, η αδρεναλίνη έκανε το σώμα να τρέμει. Είναι άλλο πράγμα όμως η εφηβική / νεανική τρέλα κι άλλο η παραβατική συμπεριφορά. Κάποια στιγμή φτάνεις σε μία ηλικία που καταλαβαίνεις ότι δεν μπορεί να είναι στα... «τέτοια σου οι μπάτσοι και οι κάμερες» (όπως λέει το γνωστό σύνθημα) διότι ίσως θέλεις να πας στο γήπεδο μαζί με το παιδί σου, ώστε να μπολιαστεί με τις εικόνες που κουβαλάς μαζί σου από μικρός και δεν ξεθωριάζουν ποτέ. Η ζωή, ο αθλητισμός, η μπάλα, οι ομάδες, ο ΠΑΟΚ πάει μπροστά και ο κόσμος του μένει πίσω, γιατί κάποιοι «αναρχοαυτόνομοι» φροντίζουν να τον λεκιάζουν συλλήβδην με ακατανόητες συμπεριφορές.
Ναι, είναι μικρή η μερίδα που μπήκε μέσα μετά το τέλος του ματς με την Ντόρτμουντ, αλλά το νόημα δεν αλλάζει. Βρήκε την πόρτα ανοιχτή και μπούκαρε. Το φιλμ από το ομορφότερο ευρωπαϊκό βράδυ του ΠΑΟΚ των τελευταίων ετών, είχε σαν τελευταίο καρέ του μία τριτοκοσμική εικόνα. Δεν έχει σημασία αν στο απέναντι πέταλο είχαν διεισδύσει με κάθε τρόπο σκληροί χούλιγκαν της Κολωνίας, του Άρη ή του Αχέροντα Καναλακίου. Δεν έχει σημασία αν υπήρχαν εκεί μπαχαλάκηδες, βαλτοί ή προβοκάτορες. Είναι δουλειά άλλων να επιβάλλουν την τάξη εκεί. Όχι πάντως αυτών που μπήκαν μέσα. Ο αληθινός κόσμος του ΠΑΟΚ, η συντριπτική πλειοψηφία προς τιμή της, δεν αντέδρασε στις προκλήσεις, δεν ασχολήθηκε, δεν τσίμπησε. Τα μάτια τους έχουν δει πολλά. Αυτοί ωρίμασαν, όπως ωριμάζει σιγά-σιγά και η ομάδα που έβλεπαν στο γήπεδο.
Είναι λάθος του ΠΑΟΚ που δεν μπόρεσε να ελέγξει μία προς μία την ταυτότητα, όσων ήρθαν από την Γερμανία (ή πιο κοντινές περιοχές) και κάθισαν στην θύρα των φιλοξενουμένων. Είναι λάθος που δεν τους έψαξε μέχρι και στα... αχαμνά τους. Σε ένα ματς που βρομούσε «ομορφιές» από χιλιόμετρα, ο ΠΑΟΚ και η αστυνομία απέτυχαν να αφοπλίσουν τα χέρια όσων πέρασαν με τους πυρσούς και τα «πιστόλια» για ρίψεις, που ξεκίνησαν τα πάντα στα πιο στημένα «επεισόδια» που έχει δει ανθρώπινο μάτι με το ξεκίνημα της επανάληψης, χωρίς λόγο, αιτία κι αφορμή. Είναι δουλειά του ΠΑΟΚ να μάθει πως θα προστατεύσει καλύτερα τον οργανισμό του. Πως θα δημιουργήσει περιβάλλον απόλυτου πολιτισμού στην Τούμπα.
Με τα πρόστιμα που πληρώνει κάθε χρόνο ο Ιβάν Σαββίδης θα μπορούσε να φέρνει ακόμα ένα Μπερμπάτοφ κάθε καλοκαίρι. Εκείνο το ντου στο ματς με την Ραπίντ Βιέννης, ο ΠΑΟΚ τα πλήρωσε (στο ματς με την Σάλκε) όσο πιο ακριβά γινόταν, πιθανώς με την πρώτη του συμμετοχή σε ομίλους Champions League. Δις εξαμαρτείν δεν υπάρχει. Δεν πρέπει να υπάρχει. Ο μόνος δρόμος είναι αυτός της αυτοκάθαρσης με σιωπηρές εσωτερικές διαδικασίες. Αν ο Ιβάν θέλει να καθαρίσει τον κόπρο του Αυγεία, μπορεί να το κάνει. Τρόποι υπάρχουν. Έχει μαζί του το 99% του κόσμου του ΠΑΟΚ. Κάποιοι εξ' αυτών (οι stewards δηλαδή με τα πορτοκαλί τζάκετ) ήταν αυτοί που πρόταξαν τα στήθη τους μπροστά και προστάτευσαν την ομάδα από χειρότερα. Αυτοί έφαγαν κάθε λογής αντικείμενο, αυτοί έφαγαν την μανία των «συνοπαδών» τους, αυτοί με τον τρόπο τους, με κόστος της σωματικής τους υγείας τους έπεισαν να γυρίσουν πίσω. Γιατί.. νιώθουν. Καταλαβαίνουν.
Λίγο μετά και την τελευταία εικόνα του ματς με την Ντόρτμουντ για πρώτη φορά ένιωσα ότι η ποδοσφαιρική ομάδα που κατέθεσε τα σωθικά της για 90 λεπτά απέναντι στους Βεστφαλούς και τους έπαιξε στα ίσια και... παλικαρίσια, ξεπέρασε σε μέγεθος τον κόσμο της. Όταν αυτά τα δύο μεγέθη (ομάδα και κόσμος) καταφέρουν επιτέλους να συγχρονιστούν σε ποιότητα και υγεία, μόνο τότε ο Ιβάν Σαββίδης θα μπορεί να αράζει στην σουίτα του και να καμαρώνει για τον ΠΑΟΚ που ονειρεύεται.
Σωτήρης Μήλιος