Ο Πάμπλο έμαθε ελληνικά…
SHARE:
Το να δίνεις όμως το όνομά σου σε έναν σύνδεσμο φίλων ΠΑΟΚ, για τον Πάμπλο Γκαρσία ισοδυναμεί με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο.
Ενώ ο Ιγκόρ Τούντορ διοργάνωνε δείπνο «αποφόρτισης» στους παίκτες του και ο Στέφανος Αθανασιάδης «αστειευόταν» με «τρολιές» τις ...μπαλαρίνες στο κινητό του, τα τιτιβίσματα και τα σχόλια στο FB φανέρωναν μια αμηχανία από το κοινό.
Η οποία εκφραζόταν είτε με συνήθη σχόλια .. οργής, ειρωνείας για την συνολικά εικόνα που παρουσιάζει η ομάδα του. Λίγες στιγμές αργότερα, ο Πάμπλο Γκαρσία προπονητής της U17 του ΠΑΟΚ επιχειρούσε να δώσει την πρώτη τηλεοπτική συνέντευξή του στα ... ελληνικά στην εκπομπή του Τάσου Σταμπουλή στην ΕΡΤ 3.
Από τα σχόλια των τηλεθεατών, γινόταν εύκολα αντιληπτή μια νοσταλγία για το ίνδαλμά τους. Ο Πάμπλο Γκαρσία στη συνείδηση του οπαδού παραμένει σήμερα ως ο μοναδικός άνθρωπος που θα μπορούσε να εμπνεύσει τα πλήθη, τους συμπαίκτες του, τον προπονητή του, παρασύροντας ένα ολόκληρο Club σε ... επαναστατικούς ρυθμούς.
Αυτή είναι η μία αλήθεια. Η άλλη είναι ότι ο Γκαρσία στα 38 του παραμένει το ίδιο δημοφιλής με την εποχή που αγωνιζόταν. Και η παραφιλολογία που συνόδευε πάντοτε την παρουσία του στη Θεσσαλονίκη αλλά την απουσία του από το αγωνιστικό κομμάτι του ΠΑΟΚ, ιντριγκάριζε. Μέχρι που ο Ιβάν Σαββίδης αποφάσισε να του αναθέσει ένα ρόλο σε ένα κομμάτι που προφανώς το επέλεξε και ο Ουρουγουανός.
Η τρίτη αλήθεια είναι η σύγκριση που επιχειρείται με τον ΠΑΟΚ του ... Γκαρσία σε σχέση με το σημερινό. Ότι δηλαδή, ένας ΠΑΟΚ που θα διέθετε στις τάξεις του μια ισχυρή προσωπικότητα δε θα είχε την εικόνα που παρουσίαζε στα τελευταία παιχνίδια. Εδώ υπάρχει και ο αντίλογος... Ο ΠΑΟΚ εκείνης της όχι και ιδιαίτερα μακρινής εποχής, δεν είχε στα αποδυτήριά του τον Πάμπλο Γκαρσία.
Για την ακρίβεια δεν είχε μόνο τον Πάμπλο Γκαρσία. Είχε Κονσεϊσάο. Είχε Κοντρέρας. Είχε Λίνο. Είχε Βιεϊρίνια. Είχε Ιβιτς. Είχε Μουσλίμοβιτς. Και βεβαίως είχε Σάντος... Οι μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες που θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν σε μια ομάδα για τα δεδομένα και τις αντοχές εκείνης της διοίκησης με ποδοσφαιριστές που ο καθένας από μόνος του κουβαλούσε πίσω του βαριά ιστορία.
Η μοίρα των «λεγεωνάριων» όσο μεγάλων παικτών κι αν είναι, μοιάζει προδιαγεγραμμένη. Κάποια χρόνια γενναίων συμβολαίων, στην καλύτερη των περιπτώσεων λίγοι τίτλοι, στη χειρότερη αναμνήσεις από αποθεωτικές υποδοχές και συμπεριφορές κοινού. Ο Γκαρσία όμως έμεινε... Και έμεινε συνειδητά αποφασισμένος να ζήσει στη Θεσσαλονίκη...
Μόλις βγήκε από το στούντιο τον ρώτησα τι ήταν εκείνο που τον οδήγησε να παραμείνει σε μια πόλη σαν τη Θεσσαλονίκη ενώ θα μπορούσε να ζήσει οπουδήποτε στην υφήλιο. Στα ελληνικά τον ρώτησα, στα ελληνικά απάντησε: «Τα παιδιά...Στην Ισπανία δεν μου αρέσει η ζωή. Και στην Ουρουγουάη έχει εγκληματικότητα. Τα παιδιά εδώ έκαναν φίλους, εδώ έζησαν και εμένα μ' αρέσει η ζωή εδώ». Κι όταν τον ξαναρώτησα αν η προπονητική καριέρα την οποία ακολουθεί τον αναγκάσει να επιλέξει τόπο διαμονής και ... ομάδα απάντησε: «Θα δούμε τότε...». Οπουδήποτε; «Στον Ολυμπιακό δεν πάω...»...
Είτε από διαίσθηση, είτε ψευδαίσθηση πάντως, μιλώντας μαζί του από την απόσταση που σου επιτρέπει να βλέπεις τα πράγματα χωρίς να ανήκεις στο «περιβάλλον» αλλά με το σεβασμό και την εκτίμηση που ο ίδιος ο πρωταγωνιστής σου ενέπνευσε, ουκ έστιν άλλη ομάδα πλην του ΠΑΟΚ για την προπονητική καριέρα του Πάμπλο Γκαρσία.
Μπορεί να είναι σήμερα, αύριο, ή στο απώτερο μέλλον, αλλά η μοίρα του είναι συνδεδεμένη με έναν τόπο που προτιμά να ζήσει για το υπόλοιπο της ζωής του. Κι όχι μόνο για το ευ ζην των παιδιών του αλλά επειδή ο ίδιος το επιθυμεί. Κι αν για έναν ποδοσφαιριστή με πολλά αστέρια στο ποδοσφαιρικό βιογραφικό του η προπονητική καριέρα που αποφάσισε να ακολουθήσει τον οδηγήσει σε μετοίκηση, αυτή θα είναι προσωρινή.
Θα μοιάζει με ένα διάλειμμα, με το μυαλό του πάντοτε να τριγυρνά στα αποδυτήρια της Τούμπας... Η υστεροφημία ενός ποδοσφαιριστή είναι πάντοτε υπολογίσιμο μέγεθος όταν λαμβάνει αποφάσεις ζωής. Το να δίνεις όμως το όνομά σου σε έναν σύνδεσμο φίλων ΠΑΟΚ, για τον Πάμπλο Γκαρσία ισοδυναμεί με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο... Και μακριά από επικοινωνιακά τρικ, ίσως την επόμενη φορά ο Ιβάν Σαββίδης να το λάβει σοβαρά υπόψη του...