«Ποτέ σου δε θα παίζεις μόνος, να το ξες...»
SHARE:
Σ' όλη τη διάρκεια της αναμονής τα μάτια λάμπουν, τα χαμόγελα περισσεύουν, η λαχτάρα πιέζει τη καρδιά να κάνει κάτι για να περάσει ο χρόνος και το μυαλό είναι αλλού.
ΑΛΛΟΥ σε λέω.
Παραδέξου το. Το ίδιο βλέμμα και η ίδια ανυπομονησία έχουν εισβάλει μέσα σου απ' την πρώτη κιόλας μυσταγωγία που έζησες στα τσιμέντα της Τούμπας. Ξέρεις τι εννοώ. Μιλώ καρντάση μου για 'κείνο το γλυκό σαράκι που το κουβαλάς για πάντα, είτε ανάσανες για μια μονάχα φορά στην ζωή σου από ΠΑΟΚ, είτε θα συνεχίσεις να το κάνεις γι' αμέτρητα χιλιόμετρα και στο μέλλον....
Είναι 8:30 το πρωί, πολύ πρωί πια για 'μένα. Κάποτε σηκωνόμουν απ' της 6, αλλά τώρα η ανεργία βλέπεις τα 'χει αλλάξει όλα. Πήρα το 14. Αρκετός ο κόσμος στο λεωφορείο. Ο ήλιος χτυπά στα μάτια, τα κλείνω, ακουμπάω το κεφάλι στο τζάμι ως να φτάσουμε κι αναπολώ.
Έχω κάνει μυριάδες φορές το ίδιο δρομολόγιο για να έρχομαι να σε βλέπω, είτε έχεις ανοιχτές τις πύλες σου είτε όχι. Το ξέρεις άλλωστε πως είσαι ο κυριότερος λόγος που δεν ξενιτεύτηκα για μια αξιοπρεπή δουλειά.
Γιατί κι ας σε έχω 'κεντήσει' στην πλάτη μου...
Κι ας το γνωρίζεις πως όπου και να πάω είσαι μες στη ψυχή μου...
Ξέρεις πως για 'μένα ζωή σημαίνει να είμαι κομμάτι σου, να σε ανασαίνω, κι όχι να σε νοσταλγώ από μακριά.
Ανοίγω τα μάτια, φτάσαμε σε γνώριμα λημέρια. Στάση Αγίας Βαρβάρας, κατεβαίνω μαζί με κάμποσους συνοπαδούς. Άλλος αέρας εδώ. Οι περισσότεροι σπεύδουν να προμηθευτούν το πολυπόθητο εισιτήριο για το ντέρμπι και έχουν ήδη ξεμακρύνει. Δε βιάζομαι. Απολαμβάνω κάθε που περνώ να διαβάζω στην περίφραξη της εκκλησίας με μεγάλα γράμματα αυτό το «ΠΑΟΚ 1926 ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ».
Το μυαλό μου ταξιδεύει στιγμιαία και στην Κωνσταντινούπολη.
Στην γενέτειρά μας.
Αν ήταν να πεθάνω τώρα, θα ήμουν ευχαριστημένος που εκπλήρωσα το τάμα μου σηκώνοντας το πανό με τον Δικέφαλο Αετό στην Αγια-Σοφιά. Κάποτε πήγαινα συχνά εκεί, και λίγο πριν φύγω φιλούσα τα χώματά σου αφήνοντας τη ψυχή για πάντα διχασμένη μεταξύ της Πόλης και της Τούμπας.
Είμαι πια λίγα βήματα μακριά από το σπίτι μας. Ατενίζω τις σημαίες που κυματίζουν στις κερκίδες. Κρατώ την ανάσα και ζωντανεύω ξανά στο νου μου τις εικόνες, τις φωνές με την μπλούζα στον αέρα, με βροχές, με ήλιο, με χιόνια.
«Εδώ και τόσες, χιλιάδες χρόνια...»
Πες μου έναν λόγο στη ζωή σου που αρκεί για να σε μεταμορφώσει ξανά σε παιδί. Κάτι που να πλησιάζει το συναίσθημα όταν κλείνεις τα μάτια ακούγοντας το τύμπανο, κι αφήνοντας την ιαχή Π Α Ο Κ να σου σπάζει τη καρδιά με τον παλμό της.
Πες μου μονάχα ΕΝΑΝ αντάξιο λόγο.
Εγώ κι εσύ ξέρουμε την απάντηση γιατί ο ΠΑΟΚ είναι χαραγμένος μέσα μας με κεφαλαία γράμματα. «Φωνάζει» σε κάθε σκέψη και σε κάθε πράξη μας.
Συχνά φίλοι μου από διάφορα μέρη της Ελλάδας με ρωτούν «Μα καλά, συγγραφέας πράμα, τι δουλειά έχεις με τους ΠΑΟΚτσήδες;»
Παραβλέπω την προκατάληψή τους και το πρώτο που τους εξηγώ είναι την ΙΣΤΟΡΙΑ και την ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ μας.
Για το ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΟ ΚΑΡΔΙΟΧΤΥΠΙ που μας στέλνει στον Παράδεισο δεν υπάρχουν λόγια που να περιγράφουν απόλυτα αυτή την ΠΡΩΤΟΓΝΩΡΗ ΑΝΑΤΡΙΧΙΛΑ. Γι' αυτό τους προσκαλώ να έρθουν στο σπίτι μας ώστε να βρουν οι ίδιοι τις απαντήσεις.
Και σαν τελειώνει ο αγώνας, βλέπω ΠΑΝΤΑ στα μάτια τους αυτό που μας βάφτισε ΠΑΟΚ.
Εκείνο που μας παρασύρει να τραγουδάμε όρθιοι με τα χέρια ανοιχτά σαν τα φτερά του Δικέφαλου Αετού. Όμοια με επαναστατημένα παιδιά που διεκδικούν το όνειρό τους και συνάμα φωνάζουν ολόψυχα για το γαμώτο που μας τρελαίνει, μας κάνει περήφανους, μας σκοτώνει και μας ανασταίνει, μ' ένα γκολ, με μία νίκη. Σε κάθε μας σύνθημα που είναι αποτυπωμένο βαθιά στην καρδιά και σβήνει μονάχα με την τελευταία μας πνοή.
Σου ορκίζομαι φίλε μου πως ΚΑΝΕΙΣ από τους επισκέπτες μας δε ξέφυγε από τη ΜΑΓΕΙΑ ΜΑΣ.
Κι αν δεν έγιναν ένας από εμάς, τουλάχιστον αποχωρούν δείχνοντας ΣΕΒΑΣΜΟ σε όσα είμαστε.
Όχι με τη βία όπως νόμιζαν, μα με τα πρωτόγνωρα συναισθήματα που άγγιξαν όλο τους το ΕΙΝΑΙ.
...φτάνω στα εκδοτήρια. Θάλασσα τα ανυπόμονα πρόσωπα στην ουρά. Δίνω τη σειρά μου σε κάποιους βιαστικούς και σε λίγες ώρες επιτέλους αποχωρώ με το εισιτήριο στην τσέπη.
Το παιδί μέσα μου πανηγυρίζει και πριν πάρω το δρόμο της επιστροφής ρίχνω ένα τελευταίο βλέμμα προς το γήπεδο.
Ψυχανεμίζομαι πως ακόμη κι όταν η Τούμπα μας φαίνεται άδεια, υπάρχουν εκεί ψηλά τα Αδέρφια που την φυλούν περιμένοντας τη στιγμή που θ' ανάψουν οι προβολείς και θα ξεκινήσουν μαζί μας ακόμη μια γιορτή. Σκύβοντας ξανά από πάνω μας, να πιαστούν με τα δικά μας χέρια, να ενώσουν τη φωνή, την λαχτάρα και την τρέλα τους μαζί μας, να χαρεί η ΨΥΧΗ ΤΟΥΣ, και στο τέλος να μας αποχαιρετήσουν μέχρι την επόμενη συνάντησή μας δακρύζοντας από περηφάνια.
«Κι όταν μια μέρα ΠΑΟΚ θα πεθάνω, εκεί ψηλά...»
Ψιθυρίζω στο φευγιό μου μια υπόσχεση και χαμογελώ.
Όλες οι μέρες μου είναι όμορφες από τότε που μπήκες στη ζωή μου.
«Κι η Τούμπα πάλι, θα 'ναι καζάνι...»