Η δίκη ...

Στη «Δίκη» του Φραντς Κάφκα ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος Γιόζεφ Κ. συλλαμβάνεται ένα πρωί καθώς βρίσκεται στο δωμάτιο και περιμένει το πρωινό του. Χωρίς καθυστερήσεις και με λίγες εξηγήσεις, οι φύλακες τον συλλαμβάνουν.
Palok
Η δίκη ...

Στην καρδιά του μυθιστορήματος είναι η πάλη και η αγωνία του Γιόζεφ Κ. να καταλάβει και να εξηγήσει «γιατί» κατηγορείται. Οι απαντήσεις που παίρνει παραμένουν ορθολογικές, τεκμηριωμένες αλλά και συνάμα δίχως ουσία. Η αγωνία του πρωταγωνιστή να εκφράσει τους προβληματισμούς του αμφιταλαντεύονται σε ένα πλαίσιο από έτοιμες απαντήσεις που πρέπει να αποδεχτεί. Κανόνες και αποφάσεις έλαβαν χώρα γι' αυτόν αλλά δίχως αυτόν.

Η αθλητική ζωή του Σοφοκλή ξεκίνησε στα 12 του στον Ηρακλή Πλατανιά και συνέχισε ομαλά σε αυτόν της Θεσσαλονίκης: τα υπερφυσικά του προσόντα τον έκαναν τον πιο dominating ψηλό της ηλικίας του. Η καταξίωση δεν άργησε να έρθει. Και τι καταξίωση; Draft νούμερο 34 παρακαλώ από τους Clippers, μόλις στα 18 του χρόνια (θυμίζω ότι οι περισσότεροι drafted παίκτες τελειώνουν το κολλέγιο ως senior στα 22 τους). Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ξεκίνησαν οι κατηγορίες εναντίον του: κυκλοφορεί στην Χαλκιδική με φανέλα Clips και ξενυχτάει, πίνει και ραπάρει. Μετά οι καβγάδες: μπουνιές με αντίπαλους αθλητές από νωρίς (όλοι θυμόμαστε την εμπλοκή του στο γνωστό επεισόδιο με Krstic και λοιπούς Σέρβους), επίθεση σε κοινό σε αντίπαλη εξέδρα στο Ισραήλ (πολύ πρόσφατα), μέταλ χειρονομίες ακόμα και στο Παλατάκι. Στη συνέχεια ακολούθησε η αδιαφορία του απέναντι στη θεραπευτική αγωγή που του είχε συστήσει γιατρός για το γλαύκωμα στο μάτι. Και τέλος το αγαπημένο μας θέμα: ή μάλλον η αγαπημένη συνήθεια του Σοφοκλή να τρώει, προφανώς να τρώει πολύ: πίτσες, μακαρονάδες, μπουγάτσες, ό,τι περνούσε στον διάβα του. Και φυσικά η αλλαγή των ομάδων σαν τα πουκάμισα που δεν μπορούσαν να αντέξουν τα τερτίπια του.

Όπως και στην περίπτωση του Γιόζεφ Κ., οι κατηγορίες είναι ορθολογικές και τεκμηριωμένες. Ωστόσο κανείς δεν έχει το δικαίωμα να κατηγορήσει τον Σοφοκλή ότι έβλαψε τον εαυτό του (θα μπορούσε ας πούμε να βγεί κάποιος οπαδός του συμπολίτη να πεί ότι η ομάδα του με υγιή Σόφο θα έπαιρνε το Πρωταθλητριών- ναι αυτό θα ευσταθούσε ως κατηγορία!): αυτή είναι δουλειά του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, δουλειά του να κάνει την αυτοκριτική του, να δεί τα λάθη του, και ΑΝ θέλει να τα διορθώσει. Αν για παράδειγμα όλες αυτές οι εμπειρίες έκαναν τον Σοφοκλή καλύτερο άνθρωπο, τον δίδαξαν πώς να αναθρέψει πιο σωστά τα 2 του παιδιά, τότε ήδη ο Σοφοκλής κέρδισε.

Ο Σοφοκλής, γεννήθηκε παιδί και παρέμεινε έως και σήμερα παιδί. Ένα παιδί με ιδιαιτερότητες, χρώματος (για την Ελλάδα) αλλά και σωματικού βάρους, ύψους και όγκου. Δεν ξέρουμε αν ήθελε να ασχοληθεί σοβαρά με το μπάσκετ ή απλά τα προσόντα του αλλά και οι οικονομικές προοπτικές τον οδήγησαν σε αυτό. Ένας προπονητής τον οποίο σέβομαι (αλλά ποιος είμαι βέβαια εγώ, ο Τάσος Μαγουλάς ή ο Τσάρλυ;...), ο Pini Gershon, μετά από τους άπειρους καβγάδες που είχε μαζί του, είπε ξεκάθαρα ότι είχε αμφιβολίες για το αν είναι ξεκάθαρο στο μυαλό του Σοφοκλή οτι θέλει να είναι μπασκετμπολίστας ή τραγουδιστής ραπ. Ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει γι αυτό; Εγώ έφτασα 40 και δεν ξέρω αν κάνω το επάγγελμα που θα ήθελα να κάνω. Και για να το τελειώνουμε εδώ: έχουμε βγάλει την ετυμηγορία μας, πήραμε την απόφασή μας για αυτόν αλλά χωρίς αυτόν. Ο ίδιος δεν χρωστάει σε κανέναν μας απολογία.

Ο Σοφοκλής εμφάνισε ανά καιρούς κάποιες αναλαμπές του ταλέντου του. Ταλέντο, αυτό που έχει, όχι αυτό που νομίζουμε (ως ειδικοί) ότι έχει. Τις είχε, θεωρώ, λόγω των ανθρώπων που είχε δίπλα του. Στην Εθνική του Γιαννάκη και στη Maccabi του Blatt. Φαίνεται να τις επανεμφανίζει στον ΠΑΟΚ του Σούλη Μαρκόπουλου. Ποιος ξέρει, ίσως τελικά να ισχύει αυτό που έλεγε ο ίδιος ο Frantz Kafka: it is often safer to be in chains than to be free.

PS1: Κάποιες βραδιές όπως αυτή της Τετάρτης δεν έχει νόημα να υπεραναλύσουμε το μπάσκετ που παίχθηκε.

PS2: Όλα τα κείμενα που ανέβηκαν ή θα ανέβουν είναι αφιερωμένα στον αξιότιμo Κωνσταντίνο Κορωνίδη (Olivares).

Διαβάστε ακόμη...