O άνθρωπος που έκανε τον ΠΑΟΚ πρωταθλητή...
SHARE:
Ο Γκιούλα Λόραντ γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 1923 στο Κίσεγκ μια μικρή πόλη της ευρύτερης περιοχής του Βας κοντά στα σύνορα της Ουγγαρίας με την Αυστρία. Ανήσυχο πνεύμα από μικρή ηλικία, έζησε πάντα πέρα από τα όρια, γι' αυτό και αρνήθηκε να ακούσει τις συμβουλές των γιατρών, μια εβδομάδα πριν, επιμένοντας να συνεχίζει και να κάθεται στους πάγκους, μέχρι που ξεψύχησε μέσα στην Τούμπα.
Σε ηλικία 26 ετών θέλησε να το σκάσει για τη Δύση, μόνο που για κακή του τύχη τον συνέλαβε η Ουγγρική αστυνομία και τον έστειλε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Πάλι καλά που μεσολάβησε ο προπονητής της εθνικής Ουγγαρίας Γκούσταβ Ζέμπετς, που τον ήθελε στην ομάδα, προκειμένου να αφεθεί ελεύθερος από την κομμουνιστική κυβέρνηση.
Πως προέκυψε, εις διπλούν μάλιστα, ο ΠΑΟΚ στη ζωή του Μαγυάρου, χρυσού Ολυμπιονίκη το ΄52 και φιναλίστ του Παγκοσμίου Κυπέλλου το '54, με τη φανέλα της ανίκητης εθνικής Ουγγαρίας, της περιβόητης «αράντσιπατ»; Εντελώς τυχαία...
Το Νοέμβριο του 1974 ο Λες Σάνον θα απομακρυνόταν από τον πάγκο του «Δικεφάλου», με τα ρεπορτάζ της εποχής να θέλουν ως πρώτο φαβορί για να τον αντικαταστήσει τον τεχνικό της Βούπερταλ, Χορτσ Μπουτζ. Τελικά, οι «ασπρόμαυροι» στις 3 Δεκεμβρίου του 1974, έφεραν κάτω από άκρα μυστικότητα έναν άλλον προπονητή στη Θεσσαλονίκη και στην αρχή, λόγω της παρουσίας του στη Γερμανία, όλοι πίστευαν πως «ο ΠΑΟΚ έφερε έναν Γερμανό τεχνικό, που πέρυσι γύμναζε μια από τις ομάδες της Α' κατηγορίας», μέχρι που την επομένη ημερα «αποκαλύφθηκε» η ταυτότητα του προπονητή, που δεν ήταν άλλος από τον Γκιούλα Λόραντ.
Μη νομίζετε, πάντως, ότι ο Ουγγρογερμανός, που είχε μείνει άνεργος μετά την απόλυση του από την Οφενμπαχ, είπε αμέσως το «ναι». Είχε φτάσει το πρωί της 3ης Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο η συμφωνία ανακοινώθηκε αργά το βράδυ της ίδιας μέρας, αφού χρειάστηκαν διαπραγματεύσεις σχεδόν δώδεκα ωρών πριν υπογράψει το 19μηνης διάρκειας συμβόλαιό του.
Η συμφωνία χαρακτηρίστηκε ως επιτυχία από τον αθλητικό Τύπο, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, αλλά ουδείς περίμενε ότι θα ήταν ο άνθρωπος που θα οδηγούσε τον ΠΑΟΚ στην κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματος την επόμενη χρονιά.
Δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του...
Ο Γκιούλα Λόραντ από την πρώτη στιγμή θέλησε να περάσει τη δική του αυστηρή φιλοσοφία στην ομάδα. Να την κάνει ακόμη πιο επαγγελματική, να ξεφύγει από τα όρια του ημιεπαγγελματισμού, καθιερώνοντας κλειστές διπλές προπονήσεις, μεσολαβώντας ο ίδιος προσωπικά προκειμένου να εξεταστούν από τον γιατρό της εθνικής Γερμανίας, ο Γιώργος Κούδας και ο Χρήστος Τερζανίδης, ώστε να ξεπεράσουν τα χρόνια προβλήματά τους, στην ωμοπλάτη και στο γόνατο αντίστοιχα. Σε σχέση με το Σάνον ήθελε να κάνει την ομάδα πιο αμυντικογενή, να παίζει με μυαλό και να μην σκέφτονται οι παίκτες της μόνον την επίθεση. Ας πούμε, ότι ακριβώς συμβαίνει τώρα με τον Ραζβάν Λουτσέσκου...
Πάντως, οι ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ δεν είδαν «με καλό μάτι» τον Μαγυάρο τεχνικό, προσδίδοντας του το παρατσούκλι «δικτάτωρ» και στην πόλη άρχισαν να διαδίδονται «πολλά και διάφορα» γύρω από το χαρακτήρα του. Η αρχή δεν ήταν καθόλου εύκολη για τον Λόραντ, που έφτασε ένα βήμα πριν την παραίτηση δύο μόλις μήνες μετά την έλευση του στη Θεσσαλονίκη. Στις 30 Ιανουαρίου του 1975 κάλεσε τους δημοσιογράφους στο ξενοδοχείο «Ρεξ», όπου διέμενε, για να σβήσει τη φωτιά που είχε ανάψει από δεκάδες δημοσιεύματα γύρω από το μέλλον του.
Το μήνυμα που στέλνει είναι ξεκάθαρο: «Οι ποδοσφαιριστές χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Σε εκείνους που επιθυμούν να μάθουν, σε εκείνους που δεν έφεση να μάθουν, παρά τις ικανότητές τους για μάθηση, και τέλος σε άλλους οι οποίοι δεν μαθαίνουν γιατί δεν έχουν τις δυνατότητες», είχε πει, ζητώντας από τους ποδοσφαιριστές αν έχουν παράπονα να συζητήσουν μαζί του γιατί όπως έλεγε «στον ΠΑΟΚ δεν ήρθα ως δικτάτορας, αλλά ως πατέρας προς τον οποίον θα πρέπει να αναφέρουν τα παράπονά τους».
Ο κόσμος επηρεασμένος από το κλίμα και στηρίζοντας τους ποδοσφαιριστές, που τα προηγούμενα χρόνια είχαν φέρει δύο κύπελλα (1972, 1974), ήταν απέναντι στο Λόραντ! Γι' αυτό κατά τη διάρκεια ενός αγώνα με τον Ατρόμητο στην Τούμπα, τον Απρίλιο του 1975, ξέσπασε σε έντονες αποδοκιμασίες εναντίον του! Ευτυχώς, εκείνη την ημέρα, ο «Δικέφαλος», χωρίς τον τραυματία Κούδα, συνέτριψε 5-1 τους Περιστεριώτες και κάπως η ένταση περιορίστηκε. Ο Λόραντ είχε βαλθεί να φέρει τα «πάνω-κάτω», πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα. Αγύριστο κεφάλι, όπως τον έλεγαν, δεν άκουγε την κερκίδα, ούτε λογάριαζε από την σκληρή κριτική του Τύπου. Η διοίκηση, για καλή του τύχη, τον στήριζε στο ξεκίνημά του. Και δικαιώθηκε! Ότι, ακριβώς, συνέβη με τον Ιβάν Σαββίδη και τον Λουτσέσκου...
Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για έναν «ιδιόρρυθμον ξένον τεχνικόν», αδυνατώντας να αντιληφθούν τις δοκιμές «επί χάρτου», με αλλαγές πριν το 30ο λεπτό, βγάζοντας τον Αναστασιάδης και βάζοντας τον Γούναρη για να παίξει ως αριστερός μπακ, ο απροπόνητος, λόγω στρατού, Ιωσηφίδης, να γίνεται χαφ και η τριπλέτα, Τερζανίδης-Σαράφης-Αποστολίδης, να αλλάζει διαρκώς θέση μέσα στο γήπεδο. Ο Λόραντ δεν χαμπάριαζε τίποτα και το έδειχνε αφήνοντας εκτός ομάδας για αρκετούς αγώνες τον Αχιλλέα Ασλανίδη, ο οποίος διαφώνησε με τις εσωτερικές αλλαγές.
Δρόμος στρωμένος με αγκάθια
Το καλοκαίρι του 1975 ο ΠΑΟΚ πραγματοποίησε την προετοιμασία του στην Παναγία της Θάσου, μένοντας εκεί για περίπου τρεις εβδομάδες, ενώ ο Μαγυάρος τεχνικός είχε ζητήσει την απόκτηση ενός τερματοφύλακα, με τη διοίκηση να φέρνει με καθυστέρηση τον Βόσνιο (Γιουγκοσλάβο τότε) Μλάντεν Φούρτουλα από τον Πανσερραϊκό.
Ο «Δικέφαλος» λάμπει κόντρα στα αστέρια της Μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ, επικρατεί 1-0 στην κατάμεστη Τούμπα, τον Σεπτέμβριο του 1975, για τον α' γύρο ρου κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, αλλά στη ρεβάνς θα γνωρίσει την συντριβή (6-1), με τον Λόραντ κατά τη διάρκεια του αγώνα στο Καμπ Νου, να αναφωνεί στον πάγκο: «Είμαστε ένα τσίρκο»!
Νέες αποδοκιμασίες, νέα «επίθεση» στο Μαγυάρο τεχνικό, με τον σύλλογο να μπαίνει σε διαδικασία εκλογών για την ανάδειξη νέας διοίκησης. Η επανεμφάνιση του Γιώργου Παντελάκη στα κοινά προκαλεί νέες αλλαγές και νέες αναταράξεις στο εσωτερικό της ομάδας, που μέσα σε κλίμα δυσπιστίας και αμφισβήτησης ξεκινά με θρίαμβο επί του Παναθηναϊκού (3-1) στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος (5/10/1975), χάρη σε δύο γκολ του Νέτο Γκουερίνο και ένα του Σταύρου Σαράφη.
Η πρώτη ήττα ήρθε την 6η αγωνιστική στα Γιάννενα από τον ΠΑΣ (2-0) με τον ΠΑΟΚ να χάνει για 10 αγωνιστικές τον Αχιλλέα Ασλανίδη, ακολούθησε μια πορεία με μεγάλες νίκες, όπως ο θρίαμβος επί του Ολυμπιακού με 4-0 μέσα στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης». Με την ΑΕΚ να είναι πάντα στην πρώτη θέση, ο «Δικέφαλος» πέρασε «δια πυρός και σιδήρου» από το Αγρίνιο, όπου οι οπαδοί του Παναιτωλικού πήραν στο κυνήγι και έκοψαν το αφτί του διαιτητή Ράμμου, διαλύει όποιον βρει στο δρόμο του. μειώνοντας τη διαφορά στον έναν πόντο από την Ενωση.
Ευτυχώς, η νέα «φουρτούνα», που ξέσπασε εξαιτίας της παρέμβασης της διοίκησης στο έργο του Μαγυάρου προπονητή, μετά από έναν αγώνα με τον Απόλλωνα στην Αθήνα, δεν εκτροχιάζει την ομάδα από την πορεία της προς τον τίτλο, απλά χάνεται η πρόκριση στον τελικό του κυπέλλου (με τον Λόραντ να επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και τον Ολυμπιακό να επικρατεί στα πέναλτι)
Ένα τελευταίο εμπόδιο υπήρχε στο δρόμο προς τον τίτλο, με τον ΠΑΟΚ να υποδέχεται την ΑΕΚ στις 2 Μαΐου 1976. Όταν ο Νέτο Γκουερίνο σκοράρει από κοντά, οι πανηγυρισμοί θα ακουστούν ως το Βαρδάρι! Μια εβδομάδα αργότερρα σφράγισε την πρωτοκαθεδρία του και τον τίτλο με το εντυπωσιακό 3-1 επί του Ηρακλή στο Καυτανζόγλειο.
Ο Λόραντ, μετά τη φιέστα στις αρχές Ιουνίου απέναντι στον Ολυμπιακό στην Τούμπα (!) αποχώρησε από τον ΠΑΟΚ...
Έτσι πήρε το πρωτάθλημα
Στο πρωτάθλημα της σεζόν 1975-76 ο ΠΑΟΚ μέτρησε 21 νίκες, 7 ισοπαλίες και 2 ήττες. Μπορεί να πέτυχε 60 γκολ (μ.ο. 2 τέρματα ανά αγώνα), αλλά βασίστηκε στην άμυνα του, όπου δέχθηκε μόλις 17 γκολ.
Ο Γιώργος Κούδας με 14 γκολ και πολλές καταπληκτικές εμφανίσεις ήταν ο πρώτος σκόρερ κι αυτός που οδήγησε το «Δικέφαλο» στο πρώτο του πρωτάθλημα. Ακολούθησαν οι Σαράφης (11 γκολ), Γκουερίνο (11 γκολ), Αναστασιάδης (9 γκολ), Αποστολίδης (5 γκολ), Κερμανίδης (5 γκολ), Τερζανίδης (2 γκολ), Ορφανός (1 γκολ).
Δεκαπέντε ποδοσφαιριστές χρησιμοποιήθηκαν από το Λόραντ στη χρονιά του πρωταθλήματος. Αυτοί που έπαιξαν έστω και ένα ματς ήταν οι: Φούρτουλα, Γούναρης, Ιωσηφίδης, Αποστολίδης, Πέλλιος, Τερζανίδης, Κερμανίδης, Αναστασιάδης, Γκουερίνο, Κούδας, Ασλανίδης, Φουντουκίδης, Ορφανός, Σαράφης, Καπουσούζης, Παρίδης, Βούλγαρης.