Лео Матос: η ιστορία
SHARE:
Ο «Λεονάρντο ντα Βίντσι» του ΠΑΟΚ «ζωγράφιζε» στο καμβά της Τούμπας το απόγευμα της Κυριακής. Ειδικά, το δεύτερο γκολ θα το ζήλευαν και στράικερ περιωπής. Στο πρώτο δε, επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά, ότι το όπλο του είναι το κεφάλι.
Σ' ένα ματς της Τσερνομόρετς προ τετραετίας στο ουκρανικό πρωτάθλημα σκόραρε δις με ισάριθμες κεφαλιές. Αυτό ήταν και το πρώτο στην καριέρα του, που πέτυχε δύο γκολ όπως συνέβη και στο ματς με τον Πλατανιά. Κι αυτός ο τρόπος, παίζοντας τόσο καλά με το κεφάλι, είναι κάτι που λατρεύει, όπως εξηγεί: «Οφείλω πολλά στο ποδοβόλεϊ. Μέχρι να ξεκινήσω να παίζω, όχι στην Κόπα Καμπάνα, αλλά σε άλλες παραλίες του Ρίο, ήμουν τραγικά κακός στο παιχνίδι με το κεφάλι. Παίζοντας ποδοβόλεϊ βελτίωσα πολλά πράγματα στο παιχνίδι μου και κυρίως απέκτησα το άλμα που με βοηθάει με τις κεφαλιές».
Με 4 γκολ (3 σε Ελλάδα και 1 σε Ευρώπη) ο Λέο Μάτος είναι δεύτερος σκόρερ του ΠΑΟΚ, πίσω από τον Γκάρι Ροντρίγκες, γενικά όποτε σκοράρει γίνεται «είδηση». Όπως και το πρώτο του γκολ στο ουκρανικό πρωτάθλημα το 2010, το οποίο το πέτυχε με το χέρι! Και το χειρότερο; Το πανηγύρισε! Η Τσερνομόρετς, βλέπετε, καιγόταν για βαθμούς και η νίκη με 1-0 επί της Ταβρία, χάρη στο δικό του γκολ, έμοιαζε με λύτρωση. Φυσικά το μετάνιωσε και πολλά χρόνια μετά, το αποκάλυψε, ζητώντας συγνώμη.
Η διάλυση της Ντνίπρο τον έφερε στην Ελλάδα
Η Ουκρανία στέγασε για σχεδόν επτά χρόνια τα όνειρα του γεννημένου στις 2 Απριλίου του 1986 στο Νιτερόι, ένα προάστιο του Ρίο ντε Ζανέιρο, ποδοσφαιριστή. Πέντε χρόνια στην Οδησσό κι άλλα σκάρτα δύο στον Δνείπερο. Γιατί σκάρτα δύο; Γιατί, πολύ απλά, σχεδόν ένα μήνα πριν από την ολοκλήρωση της περσινής σεζόν, ο Μάτος σηκώθηκε και έφυγε στη Βραζιλία περιμένοντας να πληρωθεί από τη διοίκηση της Ντνίπρο.
Ο ίδιος ήθελε να τελειώσει το συμβόλαιο του με την ομάδα, αλλά επί τρεις μήνες δεν είχε δει ούτε ευρώ! Ήταν μια περίοδος κατά την οποία τα οικονομικά προβλήματα άρχισαν «πνίγουν» τον σύλλογο, έτσι γύρω στα μέσα του περασμένου Απρίλη, ο Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής άνοιξε την πόρτα της εξόδου. «Θέλω να μείνω, όχι όμως και να αγωνίζομαι τσάμπα. Από την στιγμή που η διοίκηση δεν μπορεί να πληρώσει τους παίκτες, λογικά, θα πρέπει να κοιτάξουμε αλλού το μέλλον μας», έλεγε μετά το τέλος ενός αγώνα κόντρα στη ΦΚ Σταλ, για το ουκρανικό πρωτάθλημα, όπου σε μια προσπάθεια να σκοράρει, χτύπησε με το κεφάλι του στο δοκάρι της αντίπαλης εστίας!
Η κρίση άρχισε να «χτυπά» την ομάδα του Δνείπερου, η πρόταση από την Ελλάδα ήταν αρκετά καλή, ωστόσο ο Μάτος έπρεπε να διαχειριστεί και να ξεπεράσει ακόμη ένα πρόβλημα: την έλλειψη μάνατζερ.
Ο Μάτος και οι μάνατζερ
Στην Ντνίπρο οι απολαβές του ήταν «λίγο καλύτερες από αυτές στην Τσερνομόρετς», στον ΠΑΟΚ το ετήσιο συμβόλαιο του αποφέρει 500.000 ευρώ, πολύ καλά χρήματα για τον ίδιο και την οικογένεια του, μέσα από μια συμφωνία, που τελικά επιτεύχθηκε ανάμεσα στον Λούμπος Μίχελ και τον νεαρό Ουκρανό ατζέντη, Βαντίμ Σαμπλί, τον δεύτερο μόλις μάνατζερ της καριέρας του.
Τη μεταγραφή από την Τσερνόμορετς στην Ντνίπρο την «έκλεισε» δίχως την παρουσία μάνατζερ, μιλώντας απευθείας με τον αθλητικό διευθυντή της ομάδας, Αντρέι Ρουσόλ, ύστερα από ένα ματς των δύο ομάδων στην Οδησσό. «Ήρθαν ως πρώτοι, τους κερδίσαμε 1-0, απ' ότι θυμάμαι έπεσαν από την πρώτη θέση», θυμάται ο Μάτος, που δύο μέρες αργότερα δέχθηκε το τηλεφώνημα από τον Ρουσόλ. «Με ενδιαφέρει η προοπτική, αλλά θα πρέπει να μιλήσετε πρώτα με την Τσερνομόερετς και μετά μαζί μου τις υπόλοιπες λεπτομέρειες του συμβολαίου. Έτσι έγινε, μίλησε πρώτα με την ομάδα, μου έκανε μια πρόταση και εγώ την αποδέχθηκα».
Τότε, έμαθαν στην Ουκρανία ότι δεν έχει μάνατζερ και τις «δουλειές» τις κλείνει μόνος του. «Είχα ατζέντη και δούλευα μαζί του από τα 14 μέχρι τα 23 χρόνια μου. Στην αρχή με βοήθησε, αλλά στη συνέχεια δεν μου άρεσαν οι αποφάσεις που έπαιρνε για μένα. Ετσι, όταν έληξε το συμβόλαιο μας, αποφάσισα να τρέξω μόνος μου», λέει ο 30χρονος, σήμερα, ποδοσφαιριστής, που δεν ξεχνά τις δυσκολίες της παρουσίας του δέκα χρόνια πριν στη Μαρσέιγ και την επιστροφή του από την Ευρώπη στη Βραζιλία.
«Συμφώνησε να παίξω για μια ομάδα στη Βραζιλία, στην οποία δεν ήθελα να πάω. Είναι κάτι που δε θέλω καν να το συζητάω πια».
«Εγώ, τουρίστας;»
Μπορεί με την Ντνίπρο να έφτασε μέχρι τον τελικό του Europa League, όμως η σχέση του με το κλαμπ και τον Μίρον Μάρκεβιτς είχε πολλές διακυμάνσεις, πολλά πάνω – κάτω, δύσκολες περιόδους, που για τον Μάτος ήταν ένα καλό μάθημα. Εκτός από την φράση «τουρίστας», που χρησιμοποίησε ο Ουκρανός προπονητής! Εγινε κι αυτό. Πότε;
Στο δύσκολο διάστημα της προσαρμογής, το χειμώνα του 2015, έφτασε να αγωνίζεται με τη δεύτερη ομάδα, αρνούμενος να πάει να παίξει στην Βολίν, θυγατρική της Ντνίπρο, εκεί όπου κατέληγαν οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές, που δεν αγωνιζόντουσαν στην πρώτη ομάδα. Το ίδιο διάστημα, η Καρπάτι τον προσέγγισε, όμως αποφάσισε να παραμείνει στο Ντνιπροπετρόφσκ, καθώς δεν ήθελε να μετακινηθεί ξανά η οικογένεια του. Υπήρχε και μια καλή πρόταση από ομάδα του Καζακστάν, με μηνιαίες αποδοχές 50.000 δολάρια, αλλά ούτε αυτή προχώρησε.
Η αποχώρηση του πολύ καλού του φίλου, Εζίντιο, ήταν ένα ακόμη πλήγμα, όμως ο Μάτος βρήκε το κουράγιο να βγει από τη... ναφθαλίνη και να γίνει βασικός και αναντικατάστατος μ' έναν προπονητή, που τον είχε αποκαλέσει «τουρίστα»!
«Φυσικά, ήταν δυσάρεστο να ακούω κάτι τέτοιο από τον κ. Μάρκεβιτς, αλλά πραγματικά τον σέβομαι και τον εκτιμώ ως προπονητή. Ίσως να μη με γνώριζε τόσο καλά. Πώς μπορεί να αποκαλείται κάποιος «τουρίστας», που έχει παίξει σ' όλες τις μικρές εθνικές ομάδες της Βραζιλίας, αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής του και έχει περάσει από ομάδες, όπως η Φλαμένγκο και η Μαρσέιγ. Μιλάμε για μια ομάδα στην οποία έπαιζαν ο Ντρογκμπά και ο Μπαρτέζ. Φυσικά, δεν είχα τόσα πολλά παιχνίδια, αλλά ήμουν μόνο 19 ετών και κάθε μέρα έκανα προπόνηση μαζί τους», εξηγούσε πριν μερικούς μήνες στην ουκρανική ιστοσελίδα «xsport.ua».
Ο δημοσιογράφος επέμενε, χωρίς πάντως να καταφέρει να βγάλει από το στόμα του Βραζιλιάνου κακή κουβέντα για τον πρώην προπονητή του στην Ντνίπρο. «Δεν ζήτησε ποτέ συγγνώμη για αυτή τη λέξη, αλλά δεν έχω τίποτα εναντίον του Μάρκεβιτς, είναι ένας πολύ καλός προπονητής. Απλά, είπα: "Τι πρέπει να κάνω, αυτή είναι η γνώμη του, αλλά εγώ ξέρω ότι δεν είμαι τουρίστας". Όταν επέστρεψα στην πρώτη ομάδα και άρχισα να παίζω καλά, είχαμε μια-δυο φορές την ευκαιρία να μιλήσουμε και όλα ήταν μια χαρά».
Ο ιδιοκτήτης της Ντνίπρο, σε αντίθεση με τον Ιβάν Σαββίδη, ποτέ δεν ήταν τόσο κοντά τους. Η πρώτη και τελευταία φορά που οι ποδοσφαιριστές τον είδαν μπροστά τους ήταν όταν η ουκρανική ομάδα συμμετείχε στον τελικό του Europa League. Τους υποσχέθηκε ένα γερό πριμ «το οποίο ποτέ δεν μας έδωσε», όπως θυμάται ο Μάτος, που βλέποντας για περισσότερους από πέντε μήνες άδειο τον τραπεζικό λογαριασμό του, αποφάσισε να κινηθεί νομικά εναντίον της ομάδας.
Δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μείνει στο Ντνιπροπετρόφσκ. Μαζί με την Τάμι, τη γυναίκα της ζωής του, άρχισαν να ετοιμάζουν βαλίτσες. Πρώτα στο Νιτερόι κι από εκεί στη Θεσσαλονίκη. Όταν πρωτοπάτησαν το πόδι τους, αρχές Ιουνίου, ο ήλιος έκαιγε στον ουρανό της πόλης, όλα θύμισαν το Ρίο ντε Ζανέιρο, άρα ήξεραν ότι είχαν κάνει την ιδανική επιλογή.
Με μια μπάλα από τις 5 το πρωί
Ψάχνοντας λίγο περισσότερο για το ποιος είναι ο Λεονάρντο ντε Μάτος Κρουζ πέσαμε πάνω σε δεκάδες αφιερώματα ουκρανικών αθλητικών ιστοσελίδων και εφημερίδων. Ο Βραζιλιάνος, από τις πρώτες ημέρες του στον ΠΑΟΚ, είχε δείξει φιλικός και προσιτός απέναντι στον Τύπο, αναγνωρίζοντας ότι κι αυτό είναι μέρος της δουλειάς του.
Το ποδόσφαιρο γι' αυτόν όπως και για εκατομμύρια συμπατριώτες του είναι τρόπος ζωής, αλλά και διαφυγής από τα προβλήματα της καθημερινότητας. Ο μοναδικός, ίσως, δρόμος για να βγάλεις χρήματα. Να κάνεις ένα βήμα παραπάνω. «Το Ρίο είναι παράδεισος και κόλαση μαζί σ' ένα πράγμα. Ευτυχώς, για μένα και τα αγαπημένα μου πρόσωπα, είναι παράδεισος, αλλά πρέπει να είμαστε ρεαλιστές απέναντι στην πραγματικότητα και να αναγνωρίζουμε όλα τα δυσάρεστα, που συμβαίνουν σε μια πόλη, με μεγάλη εγκληματικότητα, ληστείες, απαγωγές. Αν αυτή η αρνητική πλευρά με άγγιζε, ασφαλώς και δε θα έλεγα ότι είναι παράδεισος», έλεγε πριν από ένα χρόνο, όταν όλοι στην Ουκρανία ήθελαν να μάθουν πράγματα για τη ζωή στην πόλη των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Μάτος μπορεί να μεγάλωσε στο προάστιο του Νιτερόι, πολύ κοντά στο κέντρο του Ρίο, αλλά θυμάται πολύ καλά πως στα παιδικά του χρόνια χρειαζόταν να αλλάζει τέσσερα λεωφορεία και να είναι σχεδόν δύο ώρες στο δρόμο για να φτάσει από το σχολείο στο προπονητικό κέντρο της Φλαμένγκο κι από εκεί στο γυμναστήριο για να παίξει ποδόσφαιρο σάλας. Ξυπνούσε στις 5 το πρωί και επέστρεφε στο σπίτι κατά τις 10-11 το βράδυ, αφού το πρόγραμμα ήταν ιδιαίτερα γεμάτο με δύο ώρες ποδόσφαιρο, 6 ώρες μάθημα, κολύμπι, γυμναστήριο.
Ήταν τυχερός καθώς προερχόταν από μια οικογένεια, όχι πλούσια, αλλά το μικρό παντοπωλείο, που διατηρούσε ο πατέρας του, κάλυπτε όλες τις βασικές ανάγκες της οικογένειας και τα έξοδα μετακινήσεων του νεαρού Λεονάρντο, που μέσω των ακαδημιών της Φλαμένγκο έφτασε στις μικρές εθνικές ομάδες της Βραζιλίας. Πολλά παιδιά της ηλικίας του, πολλά με περισσότερο ταλέντο, δεν είχαν τα χρήματα για να μετακινηθούν και κάποια στιγμή τα παρατούσαν.
Υπήρξε συμπαίκτης με το γιο του μεγάλο Ζίκο, ο οποίος σταμάτησε για άλλους λόγους τις προπονήσεις, με την Φλαμένγκο να είναι η ομάδα της καρδιάς του, «η μεγαλύτερη ομάδα της Βραζιλίας», όπως λέει, ενώ συνεχίζει να θεωρεί κορυφαία στιγμή της καριέρας του την κατάκτηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Παίδων (U17) στη Φινλανδία. Βασικότατος με 6 συμμετοχές κι ένα γκολ, ο Μάτος κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο, αλλά σε αντίθεση με τους Ισπανούς Σεσκ Φάμπρεγας, Χουράδο, Σίσκο, δεν υπήρξαν πολλοί συμπατριώτες του που έκαναν καριέρα.