Ημέρες Βουλινού
SHARE:
Γεμάτο αντιφάσεις ήταν το μεταγραφικό καλοκαίρι του 1989, το πρώτο επί θητείας του Θωμά Βουλινού, ως μεγαλομετόχου και προέδρου της ΠΑΕ ΠΑΟΚ.
Έχοντας διαδεχθεί από τον Απρίλιο του 1989 τον Γιάννη Δεδέογλου, ο Βουλινός επιχείρησε μια... επανεκκίνηση της ομάδας, επιδιώκοντας να βάλει την προσωπική του σφραγίδα. Και αμέσως μετά την επιστροφή της αποστολής από την Αυστραλία, όπου ταξίδεψε στα τέλη Μαΐου για σειρά φιλικών αγώνων, ο Βουλινός άρχισε να ετοιμάζει την ομάδα της επόμενης σεζόν. Έκλεισε γρήγορα το ζήτημα του προπονητή, αναθέτοντας την ευθύνη της τεχνικής ηγεσίας στον Ολλανδό Ρομπ Γιάκομπς. Και έστρεψε το ενδιαφέρον του προς Λάρισα μεριά, αφού οι περισσότεροι από τους παίκτες της θεσσαλικής ομάδας, που ένα χρόνο νωρίτερα είχε φθάσει στην κατάκτηση του πρωταθλήματος, παρουσίαζαν τάσεις φυγής από τον Αλκαζάρ, σε αναζήτηση μιας καλύτερα αμειβόμενης ποδοσφαιρικής στέγης. Τα ονόματα των Μητσιμπόνα, Αλεξούλη, Ζιώγα και Γκαλίτσιου άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους στον Τύπο της εποχής. Και, τελικά, οι δύο πρώτοι ντύθηκαν στα ασπρόμαυρα.
Η περίπτωση, βέβαια, του Μητσιμπόνα εξελίχθηκε σε σίριαλ. Αναντικατάστατος στο κέντρο της άμυνας της ΑΕΛ, εν ενεργεία διεθνής με την ανδρών και στην καλύτερη ποδοσφαιρική ηλικία (27 ετών), ο Θεσσαλός παίκτης είχε μπει στο στόχαστρο και του Παναθηναϊκού. Μετά από πολυήμερες διαπραγματεύσεις, ο Βουλινός έπεισε τη διοίκηση της ΑΕΛ να συναινέσει στην παραχώρηση του, αφού βέβαια χρειάστηκε να της καταβάλει 70 εκατομμύρια δραχμές. Και μαζί με τα 20 εκ. δρχ. που εισέπραξε ο παίκτης, το κόστος της μεταγραφής έφθασε τα 90 εκ. δρχ., που ήταν και η πιο ακριβή στη μέχρι τότε ιστορία του ΠΑΟΚ (στη συμφωνία συμπεριλαμβάνονταν και η διεξαγωγή δύο φιλικών μεταξύ των δύο ομάδων, από ένα σε Τούμπα και Αλκαζάρ).
Την ημέρα που ανακοινώθηκε η μεταγραφή, στα γραφεία της ΠΑΕ συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου για να αποθεώσει τον Μητσιμπόνα (προτίμησε τα 20 εκ. δρχ. του ΠΑΟΚ από την κατά δέκα εκ. δρχ. μεγαλύτερη προσφορά της ΑΕΛ), αλλά και τον Θωμά Βουλινό. Για τον παίκτη είχε ενδιαφερθεί κι ο Απόλλων Καλαμαριάς, ωστόσο ο Μητσιμπόνας δεν μπήκε καν στη διαδικασία διαπραγματεύσεων. «Και 200 εκ. δρχ. να μου δώσουν, δεν πρόκειται να πάω στον Απόλλωνα» είχε δηλώσει. Παρέμεινε στην Τούμπα για τρία χρόνια, συνέχισε για άλλα δύο στον Ολυμπιακό, μέχρι που επέστρεψε στην ΑΕΛ για να κλείσει την καριέρα του σε επίπεδο Α΄ κατηγορίας. Το νήμα της ζωής του κόπηκε πρόωρα στις 13 Σεπτεμβρίου 1997, όταν τραυματίστηκε θανάσιμα σε τροχαίο δυστύχημα.
To δρομολόγιο Λάρισα – Θεσσαλονίκη έκανε το καλοκαίρι του 1989 κι ο Γιάννης Αλεξούλης. Το κόστος της μεταγραφής είχε φθάσει στα 32 εκ. δρχ., ο Θεσσαλός μέσος είχε υπογράψει πενταετές συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ, αλλά το καλοκαίρι του 1992 επέστρεψε στην ΑΕΛ (έκλεισε την καριέρα του τη σεζόν 1995-96 αγωνιζόμενος στον Ιαλυσό Ρόδου).
Η ανακάλυψη του Μαγκντί
Το βασικό στάδιο της προετοιμασίας είχε διεξαχθεί στο Λεπένσκι της Σερβίας, όπου εκείνες τις ημέρες έκανε προπονήσεις και η αιγυπτιακή ομάδα της Ζάμαλεκ.
Την προσοχή των ανθρώπων του ΠΑΟΚ δεν άργησε να τραβήξει ο Τολμπά Μαγκντί, ο οποίος ξεχώριζε για την υψηλή του τεχνική κατάρτιση. Οι Γιώργος Σκαρτάδος και Γιώργος Μητσιμπόνας ανέλαβαν την πρωτοβουλία να τηλεφωνήσουν στον Θωμά Βουλινό, προκειμένου να τον πληροφορήσουν για το σπάνιο ταλέντο του Αιγύπτιου και να τον κινητοποιήσουν προς την κατεύθυνση απόκτησής του. Οντως οι διαδικασίες έτρεξαν γρήγορα, η Ζάμαλεκ αποζημιώθηκε με 100 χιλ. δολάρια, ο Μαγκντί με άλλα 40 χιλ. δολάρια κι έτσι ο Αιγύπτιος μεσοεπιθετικός έγινε ο πρώτος Αφρικανός παίκτης στην ιστορία του ΠΑΟΚ. Τα νέα έφθασαν γρήγορα στη Θεσσαλονίκη κι όλοι πλέον ανυπομονούσαν για την πρώτη εμφάνιση του Μαγκντί στην Τούμπα, έστω και σε φιλικό παιχνίδι. Σε ματς προετοιμασίας με τον Αρη στις αρχές Αυγούστου του 1989 μαζεύτηκαν στις εξέδρες της Τούμπας σχεδόν 25 χιλιάδες κόσμου (21.767 εισιτήρια) για να δουν τον Αιγύπτιο, ο οποίος δεν είχε καν συμπληρώσει μια εβδομάδα παραμονής στη Θεσσαλονίκη (στο αεροδρόμιο Μακεδονία του είχε επιφυλαχθεί θερμή υποδοχή από 100άδες ΠΑΟΚτσήδες). Το –ανεπίσημο έστω-ντεμπούτο του με τον Δικέφαλο ήταν και το ιδανικό, αφού συνδύασε την καλή του εμφάνιση με ένα θεαματικό γκολ (διαμόρφωσε το τελικό 2-0, ενώ το σκορ είχε ανοίξει ο Μήτογλου).
Ο Μαγκντί αγωνίστηκε με τον ΠΑΟΚ σε 112 ματς (86 για το πρωτάθλημα, 20 για το κύπελλο και 6 για το κύπελλο UEFA). Πέτυχε δώδεκα γκολ στο πρωτάθλημα και πέντε στο κύπελλο. Η τελευταία του συμμετοχή με τον Δικέφαλο καταγράφηκε στις 3 Απριλίου 1993 στο εκτός έδρας παιχνίδι πρωταθλήματος με την Κόρινθο (1-2).
«Πακέτο» οι τέσσερις από τον Μακεδονικό
Εκτός από τον Μητσιμπόνα, το άλλο «μεγάλο» όνομα που διεκδίκησε ο Βουλινός στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1989 ήταν ο Σάββας Κωφίδης, ο οποίος μετρούσε ένα χρόνο παρουσίας στον Ολυμπιακό. Το σίριαλ κράτησε για περισσότερο από ένα μήνα, αλλά τελικά ο Κωφίδης παρέμεινε για άλλα τρία χρόνια στους Πειραιώτες.
Οι πρώτες, πάντως, κινήσεις του Βουλινού στο μεταγραφικό παζάρι είχαν να κάνουν με όχι έναν και δύο, αλλά τέσσερις παίκτες του Μακεδονικού, πρόεδρος του οποίου είχε διατελέσει στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (με παρουσία και στην Α΄ κατηγορία). Οι Στάθης Βουτσιάς (φωτ.), Παναγιώτης Αργυρόπουλος, Νίκος Λιθοξόπουλος και Δημήτρης Παλάσκας έφθασαν «πακέτο» στην Τούμπα από την ομάδα της Νεάπολης αντί του συνολικού ποσού των 24 εκ. δρχ., αλλά μόνο ο τελευταίος παρέμεινε στο ρόστερ του Δικεφάλου για περισσότερο από έναν χρόνο. Στην τριετία που φόρεσε την ασπρόμαυρη φανέλα, ο Παλάσκας πέτυχε μόλις ένα γκολ, κρίνοντας το εντός έδρας ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό (2-1) τη σεζόν 1989-90. Την ίδια περίοδο άρχισε τη θητεία του στον ΠΑΟΚ κι ο Νίκος Πλίτσης, ο οποίος παρέμεινε στο ρόστερ της ομάδας για μια πενταετία (σε επίπεδο Α΄ κατηγορίας συνέχισε στην Παναχαϊκή, πριν καταλήξει στον Πανσερραϊκό για να κλείσει την καριέρα του).