Η διαφορά εγκληματικής οργάνωσης και συμμορίας
SHARE:
Το χθεσινό βούλευμα κατά 28 προσώπων του ποδοσφαίρου σκόρπισε θύελλα αντιδράσεων σε όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές και αυτό που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση είναι πως οι κατηγορούμενοι παραπέμπονται για σύσταση και συμμετοχή σε συμμορία και όχι σε εγκληματική οργάνωση όπως πολλοί θα περίμεναν.
Μέσα από ερεύνα που κάναμε διαπιστώσαμε πως οι διαφορές μεταξύ της εγκληματικής οργάνωσης και της συμμορίας είναι ελάχιστες. Υπάρχει όμως μια κρίσιμη. Με βάση τον ποινικό κώδικα το αδίκημα της συμμορίας αποτελεί πλημμέλημα, ενώ αυτό της εγκληματικής οργάνωσης κακούργημα.
Πάμε όμως να δούμε τις διαφορές μεταξύ των δύο κατηγοριών και γιατί το βούλευμα αναφέρεται σε συμμορία:
Κατά την παρ. 1 του άρθρου 187 του ΠΚ, με κάθειρξη μέχρι 10 ετών τιμωρείται όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα από τρία ή περισσότερα πρόσωπα (οργάνωση) και επιδιώκει τη διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων που προβλέπονται στα άρθρα του ΠΚ. Κατά δε την παρ. 3 του ιδίου άρθρου, όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της παραγράφου 1, ενώνεται με άλλον για να διαπράξει κακούργημα (συμμορία) τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 6 μηνών..
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι, η εγκληματική ομάδα της παρ. 1 διαστέλλεται από αυτή της παρ. 3 με βάση τρία κριτήρια ένα ποιοτικό (δομημένη ομάδα), ένα ποσοτικό (τρία ή περισσότερα πρόσωπα) και ένα χρονικό (διάρκεια δράσης). Συγκρότηση της εγκληματικής οργάνωσης είναι η καθοδηγητική και κατευθυντήρια συμβολή στη δημιουργία της. Μέλος της οργάνωσης αυτής είναι εκείνος, που υποτάσσει τη βούλησή του στην οργάνωση χωρίς να είναι αναγκαία και η προσωπική συμμετοχή του στις κατ' ιδίαν πράξεις της οργάνωσης. Δομημένη ομάδα είναι εκείνη που δεν σχηματίζεται περιστασιακά για τη διάπραξη ενός εγκλήματος αλλά συγκροτείται για να έχει διαρκή δράση, ενώ υποκειμενικώς απαιτείται δόλος κάθε μέλους να θέλει την ένταξη του στην εγκληματική οργάνωση, ήτοι απαιτείται κάθε μέλος να έχει ως σκοπό τη διάπραξη περισσοτέρων από ένα κακουργημάτων, που αναφέρονται στη διάταξη της παρ. 1, ο ειδικός δε αυτός δόλος νοείται συνολικός (ενιαίος) δηλ. τα μέλη να έχουν προαποφασίσει ήδη κατά την ίδρυση της οργάνωσης ότι η δράση τους θα εκδηλωθεί σε βάθος χρόνου με την τέλεση περισσοτέρων κακουργημάτων και χωρίς να έχουν καταστρωθεί οι λεπτομέρειες των εγκλημάτων.
Με λίγα λόγια για να πληρούται η αντικειμενική υπόσταση της εγκληματικής οργάνωσης πρέπει να υπάρχουν τα εξής
1)Σύμπραξη τουλάχιστον τριών ατόμων, συγκρότηση τέτοιας ομάδας από τουλάχιστον τρία άτομα ή ένταξη σε τέτοια ομάδα. Εδώ απαιτείται και η αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή για την συγκρότηση αυτής της ομάδας.
2)Ιεραρχική δομή και διαρκή δράση της ομάδας.
3)Η ομάδα να επιδιώκει την διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων που να απαριθμώνται περιοριστικά στον νόμο, ήτοι στην διάταξη του άρθρου 187 ΠΚ.
Φυσικά δεν αρκεί η σύσταση της οργάνωσης για την τέλεση ενός μόνο εγκλήματος, έστω κι αν αυτό είναι κακουργηματικής φύσης και φυσικά τα κακουργήματα να είναι ανάμεσα σε αυτά που απαριθμώνται περιοριστικά στη διάταξη του άρθρου 187 του ΠΚ.
Σε αυτή την περίπτωση, και αφού το Δικαστικό Συμβούλιο αποφαίνεται ότι οι κατηγορούμενοι παραπέμπονται μόνο για ένα κακουργηματικής φύσης αδίκημα, είναι μονόδρομος να μην απαγγελθεί κατηγορία για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, αφού δεν πληρούνται οι κατά νόμο προϋποθέσεις, αλλά να τους απαγγελθεί κατηγορία για σύσταση συμμορίας, η οποία απαιτεί ένωση τουλάχιστον δύο προσώπων που έχουν αποφασίσει να διαπράξουν ένα κακούργημα(από το 2012 με τον νόμο Γερουλάνου), αυτό της αλλοίωσης αγώνων ή έστω πλημμέλημα που επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους.
Έτσι σε ... «απλά ελληνικά» θα μπορούσαμε να πούμε πως οι εμπλεκόμενοι δεν κατηγορούνται για εγκληματική οργάνωση καθώς δεν... αρκούσαν τα κακουργήματα. Σε περίπτωση που τα κακουργήματα ήταν περισσότερα, ίσως τότε οι κατηγορίες να ήταν διαφορετικές.
Κλείνοντας, θα ήταν σωστό να πούμε πως θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να είχαμε το πλήρες σκεπτικό της απόφασης του Δικαστικού Συμβουλίου, ώστε να κατανοήσουμε τους λόγους που δεν παρέπεμψε τους κατηγορουμένους στο ακροατήριο με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης. Εκτιμάται πάντως ότι αυτό δεν έγινε γιατί οι Δικαστές δεν πείστηκαν ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής για άλλα κακουργήματα πλην αυτού της αλλοίωσης αγώνων και επομένως δεν υπήρχε νομική δυνατότητα να κατηγορηθούν για συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση. Με ενδιαφέρον πάντως αναμένεται αν ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου θα ασκήσει αναίρεση κατά του συγκεκριμένου βουλεύματος.