Ο Πέτζα Στογιάκοβιτς, ο ΠΑΟΚ και το ΝΒΑ
SHARE:
, τόνισε, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στην πρόταση του Παναθηναϊκού, αλλά και στην καριέρα του στο ΝΒΑ.
Αναλυτικά:
Για το τι του λείπει από το μπάσκετ: «Αρκετά πράγματα. Το πιο σημαντικό είναι η αίσθηση πως είσαι χρήσιμος, πως δημιουργείς. Μου λείπει η δουλειά, οι παρέες κι ο τρόπος ζωής που είχα για είκοσι χρόνια. Είχα την ευλογία να κάνω το πάθος μου δουλειά. Όταν σταμάτησα, ένιωσα να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου, πως κάποιος μου στέρησε κάτι που αγαπώ. Βέβαια, τα τελευταίο δυο-τρία χρόνια της καριέρας μου είχα ταλαιπωρηθεί από τραυματισμούς. Παρόλο που αγαπούσα το άθλημα, είχα μάθει να λειτρουργώ αυθόρμητα στο γήπεδο κι εξαιτίας των τραυματισμών δεν μπορούσα να το κάνω».
Για το αν θα μπορούσε να συνεχίσει πάιζοντας λιγότερα λεπτά: «Ως αθλητής ήμουν πολύ εγωιστής, με την καλή έννοια. Πάντα έβαζα στόχους κι ήθελα να γίνομαι καλύτερος. Παρόλο που υπήρχαν προτάσει από ομάδες του ΝΒΑ και της Ευρώπης, ήθελα να τελειώσω με το δικό μου τρόπο. Δεν ήθελα να σέρνομαι».
Αν έψαξε ένα τελευταίο, καλό συμβόλαιο: «Είμαι πολύ περήφανος. Όταν μπήκα στον αθλητισμό δε σκεφτόμουν την οικονομική πλευρά. Όταν πληρωνόμουν, είχα την αίσθηση πως έπρεπε να ανταποδώσω αυτό που ο εργοδότης μού είχε πληρώσει. Δεν θα μπορούσα να κάνω αυτό που λέμε αρπαχτή, χρησιμοποιώντας το όνομά μου για να κοροϊδέψω κάποιον».
Για το γιατί έμεινε στον ΠΑΟΚ, ενώ είχε προτάσεις από τους μεγάλους της Ελλάδας και της Ευρώπης: «Είχα δεθεί με τον ΠΑΟΚ. Δεν θα μπορούσα να ξεχάσω και να διαγράψω όσα μου είχε προσφέρει ο ΠΑΟΚ κι οι φίλαθλοί του και να το δω ψυχρά επαγγελματικά. Πάντα υπήρχε στη συζήτηση με άλλες ομάδες το «τον πρώτο λόγο στην Ευρώπη τον έχει ο ΠΑΟΚ». Τους είχα πει πως αν έφευγα από τον ΠΑΟΚ θα ήταν μόνο για το ΝΒΑ. Αν και την τελευταία στιγμή πριν φύγω, ο Παναθηναϊκός μου έκανε πρόταση δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου σε άλλη ομάδα της Ευρώπης. Έζησα εξαιρετικά χρόνια στη Θεσσαλονίκη κι έχω εισπράξει απίστευτη αγάπη. Είναι μέσα μου, ακόμη και σήμερα, αυτό».
Για το πώς βίωσε τη μετάβαση στο ΝΒΑ: «Τα πρώτα χρόνια δεν κοιμόμουν. Υπήρχαν μέρες που μετάνιωνα για την επιλογή μου, γιατί τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως τα φανταζόμουν. Σιγά σιγά έβλεπα φως. Άρπαζα κάθε ευκαιρία κι έτσι άρχισαν να με σέβονται και να βασίζονται πάνω μου. Δυο χρόνια μετά, έπαιζα το καλύτερο μπάσκετ της καριέρας μου. Όταν ακούω τώρα το «δούλεψε σκληρά, κάνε υπομονή», κάνω εμετό. Το άκουγα συνέχεια στις ΗΠΑ. Δεν μπορώ να το πω σε έναν νέο κι ας ξέρω πως είναι σωστό. Τότε μου το έλεγαν και δεν άντεχα. Μέσα μου είχα πεθάνει, γιατί δούλευα σκληρά κι έκανα υπομονή».
Για το ποιά από τις μεγάλες του στιγμές θυμάται: «Θα σου φανεί περίεργο, αλλά αυτό που με κρατάει ξύπνιο τα βράδια δεν είναι τα ωραία πράγματα. Περνάνε από το μυαλό μου τα σουτ που δεν έβαλα, τα λάθη που έκανα».