«Μία πόλη, μία ομάδα»

Η θρυλική σχολική μπασκετική διαδρομή του Τζέικ Φόρεστερ έγινε ταινία από την Amazon και ο ίδιος γράφει το σενάριο για το remake που ενδέχεται να έχει χρώμα ασπρόμαυρο. Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος.
Πηγή: sdna.gr
«Μία πόλη, μία ομάδα»
Photo Credits: @PAOK BC youtube

«Πατέρα, νομίζω ότι είμαι έτοιμος. Θέλω να μου μάθεις, όλα όσα ξέρεις». 

Ο Ντουάιτ Φόρεστερ, ένας average forward που έπαιξε κολεγιακό μπάσκετ στο Τεμπλ στα μέσα της δεκαετίας του ’80, δεν τον πίεσε ποτέ να ασχοληθεί με την πορτοκαλί μπάλα. Τον άφησε να πειραματιστεί με διάφορα αθλήματα, μέχρι να αποφασίσει τι είναι αυτό που του αρέσει περισσότερο.

Ο Τζέικ είχε φτάσει τα 13 και άρχιζε να ψηλώνει απότομα. Υπήρχαν πια βάσιμες υποψίες ότι μπορούσε να φτάσει ή και να ξεπεράσει το δικό του 2,03 που τον έκανε πανύψηλό για την εποχή του.

Στρώθηκαν στην δουλειά, υπήρχαν πολλά πράγματα να του δείξει για την ζωή ενός ψηλού σε ένα γήπεδο μπάσκετ. Πρώτα από όλα όμως έπρεπε να διαλέξει για εκείνον ένα γυμνάσιο που θα μπορούσε να του εξασφαλίσει μόρφωση και μπασκετική εξέλιξη.

Η πρώτη επιλογή ήταν το Central Dauphin, όμως ο Τζέικ ρουφούσε σαν το σφουγγάρι τις νέες πληροφορίες, τρύπησε το ταβάνι του πολύ σύντομα.

Αμέσως τον έκανε μεταγραφή στο σχολείο Kiski στην Δυτική Πενσυλβάνια, όμως μία προπονητική αλλαγή τον έκανε να αναζητήσει ένα νέο σχολικό περιβάλλον.

Ο Ντουάιτ Φόρεστερ είχε στα χέρια του το τηλέφωνο του Σεθ Μπέργκερ του ιδρυτή της αθλητικής εταιρίας AND1, ο οποίος αφού πούλησε το μερίδιο του έκανε το χόμπι του επάγγελμα, ως προπονητής στο σχολείο Westtown.

Το πρώτο πράγμα που ζήτησε να μάθει είναι το GPA, ο μέσος όρος των βαθμών του Τζέικ στο σχολείο. Μόλις τον άκουσε έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Μετά από μία πολύ σύντομη τηλεφωνική κουβέντα μαζί του είχε πια μόνο μία λέξη: «Φερ’ τον»!

Μέχρι το καλοκαίρι του 2016, το Westtown ήταν ένα άσημο σχολείο, ακόμα για τα δεδομένα της πολιτείας της Πενσυλβάνια. Μέσα σε μία σεζόν έγινε γνωστό, σχεδόν σε κάθε γωνιά των Η.Π.Α., υποχρέωσε την Amazon να ακολουθήσει κάθε βήμα της μπασκετικής του ομάδας τόσο στα παρκέ, όσο και στην καθημερινή της περπατησιάς και γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο We Town, κάτι χωρίς προηγούμενο για μία σχολική ομάδα.

«Ακόμα και σήμερα πιστεύω ότι η αρχική μας πεντάδα εκείνη την χρονιά με τον Μο Μπάμπα, τον Καμ Ρέντις, τον Τζέικ Φόρεστερ, τον Μπράντον Ράντολφ και τον Άντονι Οτσέφου είναι η καλύτερη που έχω προπονήσει ποτέ του», λέει ο Μπέργκερ με μία δόση ταπεινοφροσύνης.

Μόνο που κάνει λάθος. Εκείνη η πεντάδα ήταν εκείνη την σεζόν η καλύτερη σε όλα τα λύκεια των Η.Π.Α. Και μία από τις καλύτερες όλων των εποχών! 

Μία ομάδα που σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα της και έβγαλε δύο ΝΒΑers, έναν παίκτη της G-League και άλλους δύο επαγγελματίες που παίζουν στην Ευρώπη.

«Θέλαμε να χτίσουμε ένα μπασκετικό πρόγραμμα για παιδιά που είτε δεν μπορούσαν να αξιοποιήσουν τα προσόντα τους αλλού είτε είχαν κάνει λάθος σχολική επιλογή», λέει ο Μπέργκερ.

Στην λογική του υπήρχαν δύο άξονες. Ο πρώτος ήταν μία δέσμευση ζωής προς αυτούς: «Από την στιγμή που είστε μέλος του προγράμματος μας, τότε είστε αυτόματα και μέλη της οικογένειας μας. Ισόβια. Είτε χρειαστείτε ένα τηλέφωνο, ένα φαγητό μαζί μου ή κάτι περισσότερο από αυτό είμαι πάντα εδώ στην διάθεση σας». 

Το δεύτερο πήγαινε σε όλους τους συνεργάτες / βοηθούς: «Η πνευματική και αθλητική ανάπτυξη των παιδιών προέχει πάντα από τις νίκες και τις σχολικές επιτυχίες σε αγωνιστικό επίπεδο».

Την πρώτη φορά που του πήγαν μία κασέτα με τον 15χρονο Μο Μπάμπα, ήταν εντελώς άγουρος. Το μόνο που ήξερε ήταν να πιάνει την μπάλα, όσο ψηλά κι αν του πετούσαν. Του είπαν πως ίσως να μπορούσε κάποια στιγμή να γινόταν παίκτης που θα μπορούσε να παίξει σε κάποιο κολέγιο.

Στην πρώτη προπόνηση μαζί του, ο Μπέργκερ του δίδαξε πως να μπλοκάρει σουτ με το αδύναμο του χέρι. Μέσα σε 15 λεπτά το έκανε τέλεια. Στην δεύτερη προπόνηση του έδειξε, κάποιες πιο περίπλοκες κινήσεις πίβοτ. 

Μετά το τέλος της, ο Μπέργκερ ήταν πια σίγουρος: «Έχουμε στα χέρια μας ένα one and done lottery pick του ΝΒΑ». Είχε δίκιο. Μετά από ένα χρόνο στο κολέγιο του Τέξας, ο Μπάμπα επελέγη στο νούμερο 6 του draft από τους Ορλάντο Μάτζικ.

Στο We Town, ο τηλεοπτικός φακός καταγράφει την πορεία μιας παρέας προικισμένων αθλητών που κατέκτησε το πολιτειακό σχολικό πρωτάθλημα. Καταγράφει τα όνειρα, τις προσδοκίες, τις φιλοδοξίες, τους εγωισμούς, τα νεύρα, τους τσακωμούς, τις φοβίες, τις ανασφάλειες, τις πλάκες μιας παρέας που ενώ ξεχείλιζε από ατομικό ταλέντο, έπρεπε να χαλιναγωγηθεί, να βάλει το «εγώ», κάτω από το «εμείς».

Ο Μπάμπα ήταν ένας κυρίαρχος σέντερ, ένα θαύμα της φύσης. Ο Ρέντις ένας all-around που έπαιρνε μόνο σωστές αποφάσεις. Ο Ράντολφ ήταν η φωνή που έδινε κίνητρο ο vocal leader. Ο Οτσέφου, ο τέλειος συμπαίκτης. Και ο Τζέικ Φόρεστερ ήταν η απαραίτητη κόλλα εντός κι εκτός γηπέδου που έβαζε όλα τα κομμάτια στην σωστή σειρά τους.

Όταν πήγε στο Westtown, ο σημερινός σέντερ του ΠΑΟΚ είχε στα χέρια του μόλις δύο προτάσεις για υποτροφία από το North Florida και το Stony Brook, δύο πολύ μέτρια κολέγια.

Όταν αποφοίτησε είχε να επιλέξει ανάμεσα σε 35 από τα κορυφαία μπασκετικά κολέγια σε όλη την χώρα!

Σύμφωνα με την λίστα του 247Sports ήταν πια ο τρίτος καλύτερος παίκτης από την «κλάση του 2018» σε όλη την πολιτεία της Πενσυλβάνια, Νο. 38 power forward σε όλη την χώρα και Νο. 164 prospect σε όλη την χώρα.

Επέλεξε τους Hoosiers το φημισμένο πανεπιστήμιο της Ιντιάνα. Είχε φτάσει το 2.06 και ήταν πια ένας μοντέρνος tweener ικανός να παίξει και στο «4», αλλά και στο «5»: «Είμαι σχεδόν άφωνος. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι σήμερα βρίσκομαι σε αυτό το επίπεδο και θα παίξω σε ένα τέτοιο πανεπιστήμιο. Έριξα πολλή δουλειά για να φτάσω εδώ. Είναι η απόδειξη ότι τα όνειρα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα.

Παίζοντας απέναντι στον Μο (σ.σ. Μπάμπα) σε κάθε προπόνηση, με ό,τι μπορείτε να φανταστείτε πως μπορεί να κάνει, με έκανε ακόμα καλύτερο. Μιλάμε για παίκτη έτοιμο για το ΝΒΑ», δήλωνε γεμάτος καμάρι την ημέρα που ανακοίνωσε ότι δέχεται την υποτροφία από το κολέγιο της Ιντιάνα.

Εκεί, όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Βασικό πρόβλημα ήταν πως άλλος προπονητής είχε εισηγηθεί την υποτροφία του (ο θρυλικός Τομ Κριν) και άλλον βρήκε εκεί (Άρτσι Μίλερ). Η ζωή του ως ρούκι ήταν «μαρτυρική», από δήμαρχος, έγινε κλητήρας. 

Στην ρούκι σεζόν του έπαιξε κατά μέσο όρο μόλις 4,3 λεπτά, κάτι που έκανε τον πατέρα του να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Ο Φόρεστερ έκανε χρήση του δικαιώματος να πάρει μεταγραφή σε άλλο κολέγιο και μετακινήθηκε στα παλιά λημέρια του πατέρα του, το Τεμπλ.

Ούτε κι εκεί όμως έγινε κάτι περισσότερο από ένας παίκτης των 7-8 πόντων και 4-5 ριμπάουντ, νούμερα απαγορευτικά για καριέρα στο ΝΒΑ.

Έκανε χρήση του δικαιώματος για μία επιπλέον χρονιά φοίτησης σε κολέγιο, ένεκα του Covid-19, όμως ούτε και στο Saint Louis κατάφερε να συγκινήσει τις ομάδες από το κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου.

Ήξερε όμως πως έχει πια αρκετά εφόδια για μία αξιοπρεπή καριέρα ως επαγγελματίας στην Ευρώπη. Ήταν εντυπωσιακός στην πρώτη του σεζόν με την γερμανική Artland Dragons και με μέσο όρο 12,3 πόντους και 6,1 ριμπάουντ, τράβηξε το βλέμμα του ΠΑΟΚ που είδε πάνω του έναν undersized, αλλά μοντέρνο και ευέλικτο ψηλό, ο οποίος βρίσκεται στην ίδια σελίδα του βιβλίου και με τους υπόλοιπους Αμερικανούς που είχε επιλέξει για το ρόστερ του.

Μία αόρατη κλωστή έδεσε για πάντα πέντε πιτσιρικάδες με τα ίδια όνειρα κι έφτιαξαν τον μύθο του λυκείου Westtown, το οποίο εξακολουθεί να προσελκύει κορυφαία ταλέντα από όλες τις ΗΠΑ, με τελευταίο τον Ντέρεκ Λάιβλι των Ντάλας Μάβερικς και έμεινε στην αθανασία χάρη στην ταινία We Town.

Μία άλλη αόρατη ασπρόμαυρη κλωστή, δένει τις μοίρες πέντε άλλων τύπων που ζουν το όνειρο τους. Παιδιά από κάθε γωνιά των ΗΠΑ, από από το Χάρισμπεργκ της Πενσυλβάνια, το Γουάιτ Μπιν Λέικ της Μινεσότα, το Μάντσεστερ του Νιού Τζέρσι, το Μπατόν Ρουζ της Λουιζιάνα και το Μέμφις του Τενεσί αντάμωσαν για πρώτη φορά στην Θεσσαλονίκη και πλάθουν καρέ-καρέ το δικό τους «We Town».

Αν ο ΠΑΟΚ καταφέρει να επιστρέψει σε έναν ευρωπαϊκό τίτλο απέναντι στην Μπιλμπάο, τότε ίσως κι αυτοί γίνουν ταινία.

Διαβάστε ακόμη...