Τρύπα άνω των 20 εκατομμυρίων!
SHARE:
Πότε θα ξανακυλήσει μπάλα στα ελληνικά γήπεδα; Άγνωστο! Αν και όλα δείχνουν πως πάμε για επανέναρξη για αρχές με μέσα Ιουνίου. Πότε θα ξαναδούμε κόσμο στις εξέδρες των ελληνικών γηπέδων; Ακόμα πιο άγνωστο. Το πιο πιθανό σενάριο λέει πως θα αργήσουμε πολύ, πιθανότατα μετά το τέλος του 2020!
Τι σημαίνει αυτό με απλά λόγια για τις ομάδες; Πως δεν μπορούν να υπολογίζουν στα έσοδα από τα εισιτήρια διαρκείας. Πως να πουλήσεις κάτι σε έναν «καταναλωτή», όταν καλά – καλά κι εσύ δεν ξέρεις τι είναι αυτό; Πως να τον πείσεις να αγοράσει ένα πακέτο που μπορεί να έχει μέσα και τον θρυλικό Ζονκ;
Τα έσοδα από τα εισιτήρια διαρκείας δεν είναι μία μικρή υπόθεση. Είναι η οικονομική βάση, πάνω στην οποία στηρίζεται ολόκληρος ο ετήσιος προϋπολογισμός. Είναι η ένεση της τόσο απαιτούμενης (και δυσεύρετης) ρευστότητας, σε μία περίοδο όπως το καλοκαίρι που οι σύλλογοι είναι στεγνοί από άλλα έσοδα και έχουν τα περισσότερα έξοδα.
Έξοδα πάσης φύσεως. Λειτουργικά, δόσεις συμβολαίων, μισθοί προσωπικού και υπαλλήλων που τρέχουν, έξοδα προετοιμασίας, αλλά και τα τόσο απαιτούμενα πριμ υπογραφών για μεταγραφές παικτών, για νέους προπονητές, νέα στελέχη κτλ.
Χωρίς την ρευστότητα που δίνουν οι πωλήσεις των εισιτηρίων διαρκείας, όλα αυτά γίνονται ακόμα μεγαλύτερος βραχνάς, για ομάδες που έχουν να δουν εμπορικά και χορηγικά έσοδα από τις αρχές Μαρτίου.
Στην Ελλάδα, υπάρχουν δύο ομάδες που έχουν «ξεφύγει» σε αυτόν τον τομέα. Ο Ολυμπιακός έκανε sold-out στα φετινά διαρκείας που έβγαλε το νούμερο σταμάτησε σε κάτι παραπάνω από τις 21.000. Ο ΠΑΟΚ έσπασε τα κοντέρ και διέθεσε 22.154. Υπολογίζοντας μία μέση τιμή του διαρκείας στα 300 ευρώ (ο ΠΑΟΚ είχε διαρκείας από 130 ευρώ ως 730 ευρώ εξαιρουμένων των VIP και ο Ολυμπιακός από 90 έως 750 εκτός VIP), τότε προκύπτει εύλογα το συμπέρασμα, ότι αν αυτοί οι δύο σύλλογοι δεν καταφέρουν να βγάλουν στην αγορά διαρκείας (ή αν δεν πουλήσουν καθόλου μέσα στο καλοκαίρι), ότι χάνουν πάνω από 6 εκατομμύρια ευρώ έκαστος σε ρευστότητα. Χρήματα που θα έμπαιναν άμεσα στα ταμεία κάθε συλλόγου και θα τον βοηθούσαν να κινηθεί με μεγαλύτερη άνεση και ασφάλεια αυτό το καλοκαίρι.
Η ΑΕΚ διέθεσε πέρσι 12.873 κάρτες, ενώ το τελικό νούμερο του Άρη πλησίασε τις 4.000. Με βάση τον ίδιο υπολογισμό προκύπτει ότι η ενδεχόμενη χασούρα για την Ένωση πλησιάζει τα 4 εκατομμύρια ευρώ και για τους Θεσσαλονικείς πάνω από 1 εκατομμύριο ευρώ. Χρήματα που δεν μπορούν να αναπληρωθούν σχεδόν από πουθενά και αντιστοιχούν σημαντικό ποσοστό του αγωνιστικού μπάτζετ, τουλάχιστον στα νούμερα που ήταν διαμορφωμένο την τελευταία περίοδο.
Από τις υπόλοιπες ομάδες της εξάδας ο Παναθηναϊκός είχε πέρσι 4.200 διαρκείας και ο ΟΦΗ κάτι παραπάνω από 2.000, νούμερα που λογικά θα είχαν αυξητική τάση αν δεν προέκυπτε η απρόβλεπτη πανδημία του κορωνοϊού. Με άλλα λόγια οι πράσινοι δεν θα έχουν περίπου 1,3 εκατομμύριο ευρώ και οι Κρητικοί ένα ποσό στις 700.000 ευρώ, χρήματα που αναλογικά θα τους έδιναν την ευελιξία και την άνεση να βγάλουν άνετα το καλοκαίρι.
Αν αθροίσει κανείς την σούμα, το σενάριο είναι εφιαλτικό. Μόνο οι 6 πρώτες ομάδες της Super League ενδέχεται να έχουν απώλειες ρευστότητας γύρω στα 20 εκατομμύρια ευρώ (το νούμερο χοντρικά ξεπερνά τα 22 εκατομμύρια αν υπήρχαν και του χρόνου οι ίδιες πωλήσεις διαρκείας) σε περίπτωση που δεν καταφέρουν να βγάλουν στην αγορά κάρτες διαρκείας αυτό το καλοκαίρι! Νούμερο, που θα μετακυλήσει σε όλες τις υποχρεώσεις και μοιραία θα επιφέρει και πτώση της ποιοτικής στάθμης.