Ο ΠΑΟΚ στο τραπέζι του πιο πετυχημένου τζογαδόρου επί γης…
SHARE:
Μπορεί ο ΠΑΟΚ να βραχυκυκλώσει το τέλειο μοντέλο του;
Η δουλειά στην τράπεζα τον «σκότωνε». Τον έφθειρε μέρα με την ημέρα. Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρετό από το να μετράς λεφτά... άλλων, το ανήσυχο μυαλό του είχε μπουχτίσει. Είχε κλείσει ήδη 12 χρόνια εκεί, είχε φτάσει να γίνει αντιπρόεδρος στην Bank of America, ήταν απόφοιτος από το φημισμένο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ένα ευυπόληπτο στέλεχος, με στρωμένη δουλειά, έναν εξαιρετικό μισθό και ένα σίγουρο μέλλον.
Βαριόταν όμως. Βαριόταν αφόρητα, αφάνταστα, απερίγραπτα. Δεν ήταν ευτυχισμένος και δεν ήταν διατεθειμένος να ζήσει για άλλο έτσι.
Το 2001 αποφάσισε να αναποδογυρίσει το τραπέζι και να βγάλει από πάνω του αυτή την ασφυκτική γραβάτα που έσφιγγε το κολάρο του. Δεν την ξαναφόρεσε σχεδόν ποτέ.
Ήθελε κάτι που να συνδυάζει τα μαθηματικά μοντέλα που είχε σπουδάσει, αλλά και την αδρεναλίνη. Μπήκε στον κόσμο του τζόγου, αλλά όχι ως παίκτης, από την αντίπερα όχθη. Αυτό της «μάνας». Η δουλειά του στην Premier Bet ήταν να αναπτύξει μοντέλα πρόβλεψης σημείων με βάση τα analytics, προηγμένα στατιστικά, έμαθε την δουλειά από έναν εκ των κορυφαίων επαγγελματιών παικτών του Τόνι Μπλουμ.
Το μοντέλο του άρχισε να κερδίζει. Να κερδίζει. Να κερδίζει. Μέσα του η σπίθα, έγινε φλόγα. Αποφάσισε να φύγει από την φωλιά και να γίνει αυτός ο λύκος. Ίδρυσε την SmartOdds, μία συνδρομητική πλατφόρμα προηγμένων στατιστικών, με την οποία καθοδηγούσε τους παίκτες με μαθηματική ακρίβεια προς τα κέρδη.
Το επόμενο του βήμα ήταν η ίδρυση του MatchBook, είχε πλέον το δικό του ανταλλακτήριο στοιχήματος. Ήταν πια αδύνατον να χάσει. Βρέξει, χιονίσει είχε εξασφαλίσει καθημερινή κερδοφορία.
Πλησίαζε τα 40 και ήταν ήδη οικονομικά ανεξάρτητος, εκατομμυριούχος. Οι μνήμες από το παρελθόν τον επισκέπτονταν πια καθημερινά. Όπως εκείνη η ανεξίτηλη εικόνα του 11χρονου Μάθιου, ο οποίος είχε παρακολουθήσει τον αγώνα της Μπρέντφορντ με την Κόλτσεστερ ένα απόγευμα του 1979. Έκτοτε, οι «μέλισσες» έγιναν η μεγάλη και η παντοτινή του αγάπη.
Το 2007 η ομάδα που λάτρευε έφτασε στο χείλος του οικονομικού αφανισμού. Μία ομάδα οπαδών του συλλόγου έκανε έρανο για να αναλάβει το τιμόνι και ο Μάθιου Μπένχαμ έκανε μία win-win συμφωνία μαζί τους. Τους δάνεισε 700.000 λίρες, με σκοπό να αποκτήσουν τον έλεγχο του κλαμπ, τα οποία έπρεπε να του επιστρέψουν μέσα σε πέντε χρόνια.
Αν τα κατάφερναν, θα σήμαινε ότι η Μπρέντφορντ θα είχε σωθεί. Αν όχι, η ομάδα θα περνούσε στα χέρια του. Έγινε το δεύτερο. Το 2012, η αγαπημένη του ομάδα ήταν στα χέρια του και σε λιγότερο από μία δεκαετία, αυτό το δάνειο των 700.000 λιρών, έγινε ένα περιουσιακό στοιχείο που η αξία του σήμερα ξεπερνά τα 300 εκατομμύρια, χάρη στην άνοδο στην Premier League.
Ο επαγγελματίας gambler Μπένχαμ στήριξε το μοντέλο της επιτυχίας του πάνω στην ταινία Moneyball, μόνο που χρειαζόταν ένα «πειραματόζωο», ένας δοκιμαστικός σωλήνας, πάνω στον οποίο θα εφάρμοζε όλες τις ρηξικέλευθες και καινοτόμες ιδέες που είχε για το ποδόσφαιρο. Όποιες πετύχαιναν, θα τις ακολουθούσε και στην Μπρέντφορντ. Όποιες δεν έκαναν, θα τις πετούσε στα σκουπίδια. Έπρεπε να βρεθεί μία πρόθυμη ομάδα. Δίχως σοβαρό παρελθόν. Δίχως σκληρό οπαδικό πυρήνα. Δίχως πίεση. Δίχως αντιδράσεις. Μία tabula rasa πάνω στην οποία θα μπορούσε να ζωγραφίσει, να μουτζουρώσει, να χρωματίσει, να σβήσει και να ξαναγράψει.
Η ευκαιρία που έψαχνε ήταν κρυμμένη στην μέση του πουθενά, στην επαρχία της Γιουτλάνδης σε μία πόλη 50.000 ψυχών, με μηδενική αθλητική παράδοση και διάθεση να αποδεχθεί οτιδήποτε προκειμένου να μπει στον (αθλητικό) χάρτη. Τα 6 εκατομμύρια που δαπάνησε το 2014 για να αποκτήσει την Μίντιλαντ αποδείχθηκε ότι ήταν ακόμα μία εκπληκτική επιχειρηματική ιδέα
Στο πρόσωπο του Ράσμους Άνκερσεν, του πρώτου αρχηγού της ομάδας νέων του συλλόγου, ο οποίος είδε το νήμα της καριέρας του να κόβεται νωρίς από έναν σοβαρό τραυματισμό βρήκε εκείνον τον οραματιστή που θα έτρεχε το πρότζεκτ.
Η δουλειά του ήταν... motivational speaker. Έχοντας γυρίσει κάθε γωνιά της γης, έγραψε δύο best seller με θέμα «το μυστικό της επιτυχίας» σε κάθε τομέα. Τι είναι αυτό που φτιάχνει νικητές; Το μυαλό; Η νοοτροπία; Το πλάνο; Η δουλειά; Το περιβάλλον; Ή μήπως η... τύχη;
Αυτό το τελευταίο απορρίφθηκε εντελώς. Η Μίντιλαντ ασπάστηκε ως μοναδική θεότητα τα νούμερα. Τους αριθμούς. Τα data. Έπρεπε να σκεφτεί διαφορετικά, έξω από το κάδρο.
Άρχισε να μελετά και να δανείζεται κομπίνες, μοτίβα από άλλα αθλήματα όπως το μπάσκετ και το american football. Προσέλαβε ειδικούς παντού. Έφτιαξε ειδικό τμήμα στατικών φάσεων, σήμερα ο Τόμας Γκρόνεμαρκ, ο γκουρού στις κομπίνες από τα πλάγια άουτ εργάζεται στην Λίβερπουλ!
Οι προπονητές της δεν ενδιαφέρονταν πια για το αποτέλεσμα ή τους βαθμούς. Λογοδοτούσαν μόνο όταν οι λεγόμενοι Key performance Indicators (οι δείκτες απόδοσης) ήταν κάτω του αναμενομένου.
Πετυχημένες πάσες στο τελευταίο τρίτο, xgoals υπέρ και κατά, ποσοστό κερδισμένων μονομαχιών, μέσος όρος απόστασης στις τελικές ενέργειες, αριθμός σπριντ από κάθε παίκτη, heatmap zones, ήταν μερικά από τα στοιχεία που αναλύονταν σε real time την ώρα των αγώνων, προσφέροντας υλικό για την ομιλία του προπονητή στο ημίχρονο του κάθε αγώνα.
Η Μίντιλαντ άρχισε να ψάχνει υπεραξία παντού. Όχι μόνο σε κάθε σπριντ ή σε κάθε στατική φάση, αλλά σε κάθε της αναπνοή. Έφτιαξε ακαδημίες στα πρότυπα της Ναντ, σήμερα η ομάδα Νέων της βρίσκεται στους 16 του Youth League. Απέκτησε θυγατρική στην Νιγηρία από όπου εισάγει ατόφιο ταλέντο, έφτιαξε δίκτυο αγορών στην Βραζιλία (σήμερα το ρόστερ της αριθμεί 7 παίκτες από την χώρα του καφέ), ανακαλύπτει underachievers σε διάφορα πρωταθλήματα της γης μέσω ειδικού αλγόριθμου, τους εξελίσσει και τους πουλάει πανάκριβα -μόνο την τελευταία εξαετία έχει κάνει 11 πωλήσεις παικτών με τουλάχιστον 4 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Γενς Καζούστε, ο οποίος παραχωρήθηκε πριν από μερικές εβδομάδες στην Ρεμς έναντι 10 εκατομμυρίων ευρώ ανακαλύφθηκε σε ηλικία 17 ετών κάπου στην Β' Σουηδίας, ο Νορβηγός Σόρλοθ ήρθε ως αποτυχημένος από την Γκρόνιγκεν για 400.000 ευρώ και παραχωρήθηκε στην Κρίσταλ Πάλας για 12 εκατομμύρια. Αυτός είναι ο κύριος τρόπος αυτοχρηματοδότησης, που εξασφαλίζει αυτάρκεια, ρευστότητα και εξέλιξη.
Οι Δανοί είναι το μόνο κλαμπ παγκοσμίως που συμβουλεύει τους scout της να μην εμπιστεύονται τα μάτια τους. Οι υπολογιστές μπορούν να τους υποδείξουν αν ένας παίκτης είναι καλός ή όχι. Αυτό που τους ζητείται είναι να φτιάχνουν ψυχολογικά προφίλ, να υποδεικνύουν αν η απόκτηση ενός παίκτη θα έχει θετική επιρροή στο σύνολο, πρώτα από ανθρώπινη και μετά από ποδοσφαιρική πλευρά!
Με αυτό το μοναδικό μοντέλο λειτουργίας, η Μίντιλαντ έφτασε στην κατάκτηση τριών πρωταθλημάτων από το 2014 μέχρι σήμερα (πάει για το τέταρτο αφού ήδη προπορεύεται στην βαθμολογία), έπεσε μόνο μία σεζόν κάτω από την δεύτερη θέση και έζησε πέρσι την απόλυτη κορύφωση όταν έπαιξε στους ομίλους του Champions League απέναντι σε Λίβερπουλ, Άγιαξ και Αταλάντα. Όχι, κι άσχημα για μία ομάδα που ξεκίνησε από το μηδέν.
Ο εμπνευστής όλων αυτών είναι ένα... φάντασμα. Ο Μάθιου Μπένχαμ είναι ένας αόρατος άνθρωπος, οι δημόσιες εμφανίσεις του είναι σπάνιες, δεν υπάρχει ούτε μία συνέντευξη του. Κυκλοφορεί συνήθως με φτηνά Τ-shirt ή φόρμες και είναι ένας από τους πιο ταπεινούς και συνεσταλμένους εκατομμυριούχους στο νησί. Δεν θέλει να ακούει ρυθμικά το όνομα του από τους οπαδούς των ομάδων του και ψάχνει συνεχώς νέους δρόμους εξέλιξης, μακριά από τα καθιερωμένα, τα τετριμμένα.
Ο ΠΑΟΚ μπορεί να προκριθεί ή να αποκλειστεί απέναντι στην Μίντιλαντ. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν μπορεί να κρυφτεί. Τα αναλυτικά μοντέλα των Δανών έχουν έχουν αποκωδικοποιήσει ακόμα και το αγαπημένο φαγητό κάθε παίκτη του, όχι απλά τις συνήθειες του στο γήπεδο, ο Δικέφαλος πρέπει να σκεφτεί έξω από το κουτί, να σκαρφιστεί κάτι νέο, κάτι ειδικό για την περίσταση.
Ναι, οι μηχανές αγγίζουν την τελειότητα, αλλά στο τέλος της ημέρας η ανθρώπινη φαντασία, η ανθρώπινη σκέψη, το απρόοπτο μπορούν να βραχυκυκλώσουν κάθε σύστημα, να κάψουν κάθε μικροτσίπ. Οι αριθμοί υπάρχουν για να υπηρετούν τους ανθρώπους, όχι το αντίστροφο...